Διακαινίσιμα αιτήματα Λόγου και Φωτός

Ως περιφερειακό –πια– κρατίδιο της χωρίς τη Ρωσία Ευρώπης, της καπιταλιστικής  Ε. Ε. με ακρίβεια, βιώνουμε την αρχή μιας βαθιάς «εσωτερικής» κρίσης και μιας διεθνούς «εθνικής» προτεκτορατοποίησης στους καλβινιστές. Η κρίση αυτή βεβαίως αποτελεί και επιλεγμένη επίθεση για πολλούς λόγους. Αλλά καμιά επιλεγμένη επίθεση δεν γίνεται με …κλήρωση. Αποτελεί το επιστέγασμα μιας  αποτυχημένης ή έστω ημιτελούς εθνικής και πολιτισμικής επανάστασης κατά τών Οθωμανών, ενός αποτυχημένου ιδεολογικού κράματος, ήτοι του «ελληνορθόδοξου» πολιτισμού, και μιας επικρατούσας θρησκείας – κυρίως μέσω των στιβαρών βραχιόνων ενός ακραίου κρατισμού. Αποτελεί  ναι μεν εγκόλπωση ενός περιρρέοντος πασχαλινού πολιτισμού, αλλά και μια αποτυχία στη βίωση της Ανάστασης του Ιησού.

Η σάρκωση, ο τρόπος βίου και πολιτείας και η ανάσταση του Θεού Λόγου δεν αποτελούσε για τα 200 περίπου χρόνια, ούτε στο καθαρά εκκλησιαστικό επίπεδο, την κυρίαρχη τάση, παρά την …επικρατούσα εντύπωση για το αντίθετο. Το ίδιο βεβαίως συνέβη και με το πλημμυρίζων Φως της Αναστάσεως. Όχι μόνο στο κρατικό, αλλά κυρίως στο εκκλησιαστικό γεγονός τόσο ο αναστάσιμος Λόγος, όσο και το Φως του κενού Τάφου αποτελούσαν απλά τις εξαιρέσεις που αναδείκνυαν δεκάδες νεοέλληνες μεν αγίες και αγίους, μα ξεγελούσαν τις πολυπληθείς συνειδήσεις. Το μόνο που επέβαλαν ήταν ένα περιρρέον ορθόδοξο περιβάλλον  με αρκετές αλλοιώσεις.

Ο Λόγος αποτελεί για τους πάρα πολλούς ένα ορθόδοξο μνημείο του ευαγγελίου της λειτουργίας του ορθόδοξου Πάσχα και το Φως ένα μνημείο που τιμάται ως «αρχηγός κράτους», ανάβει τις γήινες λαμπάδες, αλλά δεν φαίνεται να αποτελεί πλημμυρίδα θείου Φωτός στις συνειδήσεις των θρησκευόμενων.

Η εβδομάδα, που διανύουμε λατρευτικά, βεβαίως αποτελεί ως «δια-καινίσιμος» συμβολικά μια θεολογική ημέρα, που ανοίγει με το «Εν αρχή ήν ο Λόγος και θεός ήν ο Λόγος» και το «ήν το φως το αληθινόν, ό φωτίζει πάντα άνθρωπον ερχόμενον εις τον κόσμον» του πασχαλινού λειτουργικού ευαγγελίου. Όμως μπορεί να φωτίζει βαπτισμένους και μη, πιστούς και αμυήτους, να ήλθε στα «ίδια», δηλαδή στα κτίσματά Του, αλλά «οι ίδιοι αυτόν ου παρέλαβον».

Η «παραλαβή» αυτή επομένως δεν αποτελεί πολιτισμικό ή θρησκευτικό κληρονόμημα ή κληροδότημα. Αποτελεί κάθε φορά και ένα θείο δώρο,  παράλληλα με  ένα άθλημα πέρα από το ατομικό μας τέλμα και επομένως μια δια ελεύθερης άσκησης προετοιμασία στα άδυτα των αναγκών των άλλων, οικείων ή ξένων. Ένα δείγμα μιας τέτοιας προετοιμασίας δείξαμε με τα δικά μας έξι προηγούμενα φτωχά σχόλια στο βαθύ περιεχόμενο των ημερών της Μεγάλης εβδομάδας.

Οι νεοέλληνες, θρησκευόμενοι ή «απελευθερωμένοι», φαίνεται ότι δεν έχουμε κατανοήσει βαθιά την προϋπόθεση οικείωσης του θεού Λόγου και του Φωτός του παναγίου τάφου: «όσοι δε έλαβον αυτόν, …οί ουκ εξ αιμάτων, …αλλά εκ Θεού εγεννήθησαν».

Η οικείωση λοιπόν αυτή δεν αποτελεί βιολογικό, οικογενειακό, φυλετικό, πολιτισμικό, πολιτικό ή θρησκευτικό γεγονός. Αποτελεί εν τέλει ένα θείο δώρο, μιαν απάντηση στο πολυποίκιλο άθλημα βίωσης της Μεγάλης εβδομάδας καθόλη τη διάρκεια του συνολικού ετήσιου κύκλου ζωής. Έτσι η Διακαινίσιμη εβδομάδα γίνεται τέτοια, εάν όντως εμείς υπάρξουμε ωςμπολιασμένοι τόσο από τους χυμούς των θείων ενεργειών του «πλήρους χάριτος και αληθείας» Λόγου, όσο και από τις συχνότητες του άκτιστου Φωτός του Τάφου.

Ζήτησα λοιπόν από φίλες και φίλους μια ζωηφόρο ευχή, με δυο παραλλαγές (πριν και μετά την αναστάσιμη πασχαλινή λειτουργία):  «Ας γευτούμε το αδιανόητο της Ανάστασης, την ανατροπή του φαίνεσθαι, ώστε να νικηθεί το δήθεν απόρθητο των ισχυρών. Καλή ανάσταση – Χριστός ανέστη!»

Οι απαντήσεις – ανταποδόσεις ευχών που έλαβα φανερώνουν ακριβώς αυτό που διαισθανόμαστε για τα επίπεδα «της πολιτισμικής νεοελληνικής ορθοδοξίας», τόσο στη θεσμική της επιβίωση, όσο και στην κοινωνική της ώσμωση.

Οι αποστροφές επομένως του μικρού κηρύγματος που έφτασαν στ’ αυτιά μας λίγο πριν το «Χριστός ανέστη» στο φιλόξενο χώρο της περιοχής του Ρίου, φαίνεται ότι βρίσκονται ακόμα δέσμιες αυτού του νεκρού ιδεολογήματος του «ελληνοχριστιανισμού», του νόθου κράματος «πίστης και εξουσίας». Φαίνεται ακόμα ότι όχι μόνο οι εκφωνητές αυτών των αποστροφών δεν μπορούν να κατανοήσουν το ποιο τελικά είναι « το δώρο της Αναστάσεως», αλλά δεν κατανοούν ακόμα ότι το υπέδαφος του «ελληνοχριστιανισμού» έχει υποχωρήσει και στο τέλος θα χαθεί μαζί και το ναΐδριο…

Η σιωπή μας σ’ αυτές τις περιπτώσεις αποτελεί την αναγκαία αφετηρία για την ελληνορθόδοξη μετάνοιά μας.  Κάπου σε ένα φίλο συμπλήρωσα, πριν ανάψουμε τις αναστάσιμε λαμπάδες μας, και το δεύτερο, νομίζω, αναγκαίο βήμα: «Αν πάψουμε να είμαστε φοβικοί στα άδυτα του κάθε άλλου, τότε ελπίζω ότι θα γευτούμε την Ανάσταση».

Ζητείται επειγόντως λοιπόν ο όντως  δρόμος για τη συνάντηση και με το Λόγο και με το Φως…. Με σιωπή και τόλμη.

2 Σχόλια

  1. Eξαιρετικό! Να ‘σαι καλά!

  2. @ ΘΑΝΑΣΗΣ Ν. ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΙΟΥ

    Φαίνεται βγήκε καλό το κείμενο, αλλά δεν σχολιάζεται. Οδηγεί σε αμηχανία…

Σχολιάστε