Φαντάρου παρά-λογος τέλη 1982

 

Αφιέρωμα στα στρατευμένα νιάτα[i].

Δεν έχει περάσει πολύς καιρός από την ημέρα του Πολυτεχνείου, όταν η αστυνομία συνέλαβε δυο φαντά­ρους, που υποτίθεται ότι είχαν πάρει μέρος στην πορεία, ζητώντας ανθρώπινη ζωή στο στρατό και συνδικαλιστικές ελευθερίες στους φαντάρους.

Σ’ αυτό το τεύχος γίνεται μια συζήτηση μ’ ένα φαντάρο για τη ζωή στο στρατό, το κοινωνικό του ρόλο, τους μηχανισμούς που λειτουργούν στο στρατό, για το κίνημα των φαντάρων και για την πολιτική της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ στο στρατό.

Πολύ πρωτότυπη και πρωτόγνωρα βαθειά ανάλυση μέσα από τη προσωπική εμπειρία του συγκεκριμένου φαντάρου, για τις χαρακτηριστικές αντιφάσεις και το κύριο σημείο αλλοτρίωσης στο στρατό.

Γίνεται επίσης μια κριτική παρουσίαση του κινήματος των φαντάρων και του ρόλου των πολιτικών νεολαιών και ομάδων στο κίνημα.

Ι. Στο τεύχος αυτό δημοσιεύουμε το πρώτο άρθρο του αφιερώματος[ii].

α. Η ζωή του στρατού, μια ανέραστη ζωή.

Σημάδια: Ολοένα και πλατύτερα στρώματα της κοινωνίας αγ­καλιάζουν σήμερα το πρόβλημα της ζωής του στρατού. Κύρια βέβαια ό προοδευτικός, επαναστατικός χώρας, πού όμως παλιό­τερα δεν τολμούσε ή δεν μπορούσε να δει το πρόβλημα από βάθος τις διαστάσεις και την ένταση του το βλέπει σήμερα…

Φαντάρος: Είναι γεγονός ότι ο στρατός πάντα ήταν και ένα πρό­βλημα. Ένα πρόβλημα και για την κοινωνία και για το κρότος που είχε την διαχείριση – έλεγχο της ίδιας της κοινωνίας, αλλά κι ένα πρόβλημα για τους ίδιους τους ανθρώπους που ζούσαν τη ζωή του στρατού.

Και το κράτος και η κοινωνία, αλλά και οι ίδιοι οι άνθρωποι του στρατού προσπάθησαν να ερμηνεύσουν αυτή την ύπαρξη του στρατού, την ίδια τη ζωή του στρατού, προσπάθησαν να δώσουν μερικές εξηγήσεις, αληθινές, ψεύτι­κες. ιδεαλιστικές, ρεαλιστικές, πραγματικές, φανταστικές, κ. λ. π. Ο καθένας βέβαια βλέπει το ζήτημα απ’ την δική του σκοπιά, για τους λόγους που αυτός υφίσταται.

Έτσι και σήμερα πολλοί άνθρωποι ενδιαφέρονται για το στρατό, είτε είναι στην ανοικτή κοινω­νία, είτε ζουν την ζωή του στρατού, κυρίως οι μόνιμοι, αλλά και οι έφεδροι φαντάροι. Κι αυτό, επειδή καλούνται υποχρεωτικά να ζήσουν τη ζωή του στρατού, αλλά και το κράτος για το οποίο ο στρατός είναι ο κύριος μοχλός με τον οποίο αυτό βιώνει τη δύναμη του.

Το ερώτημα λοιπόν που μπαίνει σε μας τώρα είναι: Πως εμείς θα δούμε αυτό το πρόβλημα του στρατού, κάτω από ποιες προοπτικές; Το σίγουρο είναι ότι θα το δούμε όπως το βλέπουν οι άνθρωποι πού ζουν μέσα στο στρατό και όχι όπως το βλέπει ένας που ζει έξω απ’ αυτόν. Γιατί ο στρατός είναι ένα περιθώ­ριο.

Αλλά και αυτοί πού ζουν το στρατό, τον βλέπουν κάτω από διαφορετικές οπτικές γωνίες. Αλλιώς το βλέπει ο μόνιμος στρατιωτικός, επειδή είναι η δουλειά του και επειδή παίζει ένα ρόλο, συνειδητό ή ασυνείδητο αδιάφορο. Αλλιώς τον βλέπουν οι κληρωτοί, αυτοί πού πάνε υποχρεωτικά για ένα ορισμένο διάστημα στο στρατό, και περιμένουν βέβαια να τελειώσει αυτή τους η ιστο­ρία για να ενταχθούν πάλι στην ανοικτή κοινωνία, απ’ την οποία προήλ­θαν.

Νομίζω λοιπόν, ότι θα πρέπει οπωσδήποτε να δούμε το ζή­τημα από τη σκοπιά αυτών πού είναι κι οι περισσότεροι, αλλά και αυτών για τους οποίους γίνεται η όλη ιστορία του στρατού. Λόγο έχουν λοιπόν οι κληρωτοί, οι έφεδροι δηλαδή, ανεξάρτητα αν είναι δόκιμοι αξιωματικοί, υπαξιωματικοί ή φαντάροι.

1. Υπαρκτή μια πιο προβληματισμένη τάση τώρα.

Οι φαντάροι λοιπόν είτε όταν είναι στο στρατό, είτε όταν απολύονται, πάντα μιλάνε για τις εμπειρίες πού είχαν, αλλά μ’ ένα τρόπο που από άνθρωπο σ’ άνθρωπο αλλάζει. Πολλές φορές γίνεται αυθόρμητα, αλλά παρά πολλές φορές όμως γίνεται συνειδητά αυτή τους η κριτική για τη ζωή που έχουν ή είχαν στο στρατό.

Σήμερα όμως αυτή τους η κριτική γίνεται πια πολύ συνειδη­τά και πολύ πολιτικοποιημένα. Προσπαθούμε δηλαδή ένα κίνημα να ερμη­νεύσουμε το στρατό στο βάθος του, πέρα απ’ αυτό που φαίνεται. Επομένως εμείς δεν μπορούμε να δούμε το στρατό μόνο πως πέρασε εκεί ένα άτομο, αλλά το τι τελικά είναι αυτός ο στρατός.

Αλλά μένει κι ένα άλλο ζήτημα. Κάτω από ποια μέθοδο θα δούμε το πολιτικό ρόλο πού παίζει ο στρατός. Συνήθως η μέθο­δος είναι ή υποκειμενική, το πώς εγώ ή εσύ έζησες σαν άτομο μέσα στο στρατό, οπότε και αυθόρμητα εκφράζεις την αντίληψη σου. Ή είναι ιδεολογική, κάτω από το πώς εσύ νομίζεις ότι είναι ή θα πρέπει να είναι στρατός, κατά πόσο εγώ ή εσύ αντικειμενικά νο­μίζεις ότι ερμηνεύεις το στρατό.

Νομίζω ότι το ζήτημα είναι να δεις το στρατό προσωπικά. Νομίζω ότι μπορώ να τον δω προσωπικά – πώς εγώ σαν πρόσωπο τον βιώνω, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι είναι μόνο ατομικό κι αυθόρμη­το ή μόνο ιδεολογικό. Το ζήτημα είναι πώς εγώ στη σχέση μου με το στρατό έχω συνδεθεί μ’ αυτό το «κύκλωμα» του στρατού, ζώντας μέσα σ’ αυτόν, μπαίνοντας ο στρατός μέσα στο κορμί μου, πως δέχτηκα δηλαδή στο κορμί μου, στην καρδιά μου και στο νου μου αυτό το στρατό.

Πως τον ερμήνευσα και πώς αντιδρώ σ’ αυτή τη σχέση, μια σχέση πού δεν είναι βέβαια κι τόσο ομαλή. Επομένως λοιπόν θα προσπα­θήσω να ερμηνεύσω τον στρατό και να μιλήσω για αυτόν, κατά πως εγώ αποδέχτηκα την συνύπαρξη μου μαζί του.

2. Το σχολείο του στρατωνισμού.

Σημάδια: Ναι, θα μπορούσες όμως, να μας πεις, πως μπαίνει για σένα το πρόβλημα της ύπαρξης αρχικά του στρατού; Τι είναι τελικά αυτός ό στρατός πού υπάρχει;

Φαντάρος: Εκείνο πού έχει μεγαλύτερη σημασία είναι: μπο­ρούμε να πούμε ορισμένα πράγματα για το τι μπορεί νάνοι ο στρατός,

Σίγουρα ό στρατός δεν είναι μόνο αυτό πού λέει το κράτος, δηλ. ότι ο στρατός είναι μονάχα ένας μηχανισμός για να αποτρέψει κάποιον άλλο στρατό, ενός άλλου κράτους που θα επιτεθεί να μας καθυποτάξει. Δεν είναι φυσικά μόνο αυτό! Δεν είναι ακόμα αυτό πού λέει ή κοινωνία τα τελευταία χρόνια, ότι δηλαδή στο στρατό κοινωνι­κοποιείσαι ο νέος άνθρωπος. Φυσικά και το πρώτο και το δεύτερο κρύβουν βέβαια κάποια αλήθεια, αλλά παραμορφωμένη.

Ο στρατός είναι ένα σχολείο που και αυτό μετά το σχολείο σε εντάσσει στην ανοικτή κοινωνία, αλλά έτσι όπως θέλουν αυτοί πού έχουν δημιουργήσει το στρα­τό. Το κράτος κυρίως κι αυτοί που τον συντηρούν και έχουν συμφέροντα βέβαια να υπάρχει ο στρατός (τους). Αλλά το θέμα είναι πέρα απ’ αυτό. Τα θέμα. είναι τελικά ανεξάρτητα από τι λέει ότι θέλει το κράτος, ανεξάρτητα από το τι νομίζει ότι θέλει η κοινωνία για την ύπαρξη του στρατού. Τελικά τι πετυχαίνεται στην πράξη;

Τι πετυχαίνεται σε σχέ­ση με αυτόν που παλεύει να γίνεται «πρόσωπο». Αν υποθέσουμε ότι τελικά η αξία της ζωής εκφράζεται με την αξία «πρόσωπο» κι όχι με τίποτα γενικές αρχές, με εξουσίες ή με κυβερνήσεις. Αν εκφράζεται με την ανάπτυξη του προσώπου κάθε ανθρώπου, το κατά πόσο δηλαδή ο κάθε άνθρωπος θα γίνει ένας δημιουργός μέσα στη ζωή.

Εάν λοιπόν είναι αληθινό ότι η δημιουργία έχει σχέση με τη σχέση με κάθε τι που υπάρχει, είτε είναι η φύση, είτε είναι ένα άλλο πρόσωπο. Αν αυτή η σχέση γίνεται μέσω της ερωτικής διάστασής μας. Αν δη­λαδή μιλάμε για ερωτική σχέση και μέσω αυτής της ερωτικής σχέσης αναπτυσσόμαστε με την κοινωνία, με τη φύση, με τη ζωή, με τους ανθρώπους και με κάθε τι πού υπάρχει. Ε, τότε θα πρέπει να δούμε ό στρατός τι ρόλο παίζει γύρω από αυτό το ζήτημα. Δηλαδή, κατά πόσον ο νέος άνθρωπος μέσα από στρατό βοηθιέται στην ερωτική του σχέση με όλα τα προηγούμενα. Και αντίστροφα, αν εμποδίζεται να συμπεριφέρεται και να την βιώνει.

3. Χαμένος χρόνος;

Σημάδια: Υπάρχει μια διάχυτη αντίληψη στην κοινωνία ότι τα χρόνια πού σε παίρνουν φαντάρο, είναι χαμένα χρόνια, θα θέ­λαμε να φωτισθεί λίγο αυτό το σημείο μέσα από την εμπειρία σου.

Φαντάρος: Ξεκινάμε λοιπόν να πούμε κάτι βασικό στην αρ­χή, ότι δηλαδή η κύρια αντίφαση στο στρατό εκφράζεται ανάμεσα στην ερωτική ζωή και στην ανέραστη ζωή. Τι σημαίνει αυτό το πράγ­μα;

Σημαίνει ότι, αν ο έρωτας και η ερωτική ζωή γενικά είναι η αφετηρία για την ανάπτυξη του προσώπου και την ανάπτυξη της κοινωνίας του προσώπου, τότε ο στρατός οδηγεί εντελώς αντίθετα τα πρόσω­πα που ζουν εκεί, δηλαδή τα οδηγεί σε μιαν ανέραστη ζωή. Το λέμε έτσι από την αρχή και θα το εξηγήσουμε αναλυτικά με στοιχεία και με τους τρόπους λειτουργίας των μηχανισμών που χρησιμοποιεί ο στρατός.

Να εξη­γήσουμε όμως ορισμένα απλά πράγματα γύρω από το τι είναι ο έρω­τας και κάτω από ποιες προϋποθέσεις ανθεί. Και ακό­μη κάτω από ποιες προϋποθέσεις εμποδίζεται η ανάπτυξη των ερωτικών σχέσεων. Και αυτά ακριβώς είναι τα σημεία γύρω από τα όποια θα συζητήσουμε και θα εκφράσουμε μαζί την προσωπική μου ερμηνεία.

4. Πρώτα και κύρια ένα πρόσωπο…

Ο έρωτας προϋποθέτει πρώτα και κύρια ένα πρόσωπο, που ενώ δεν έχει φτάσει ακόμα σε ένα προχωρημένο στάδιο λειτουργίας του, προϋποθέτει όμως ένα πυρήνα προσωπικότητας. Προϋποθέτει δηλαδή έναν άνθρωπο, που τουλάχιστον έχει στοι­χεία ελευθερίας και αγάπης.

Ελευθερίας, για να έχει την δυνατότητα να αναπτύξει ότι έχει. Πρόκειται δηλαδή για τη δυνατότητα για παραπέρα δημιουργία και ανάπτυξη του προσώπου, αλλά και για τη δυνατότητα για αποδέσμευση από τα εμπόδια, που δεν επιτρέπουν στο πρόσωπο αυτή την ανάπτυξη

Και σχετικής αγάπης, σαν το πρώτο στάδιο, οι πρώτες απόπειρες για κοινωνία, διότι το χαρακτηριστικό του έρωτα είναι η κοινωνία προσώπων. Η αγάπη από την άλλη μεριά δηλαδή επιτρέπει το άνοιγμα του κάθε προσώπου, είτε σε ένα άλλο πρόσωπο, είτε προς την φύση που «καλεί σε κοινωνία» σε ένα άλλο επίπεδο, φυσικά πιο χαμηλότερο.

Αυτά λοιπόν τα δυο στοιχεία, η ελευθερία και η αγάπη, είναι οι δυο βασικές προϋποθέσεις κάτω από τις οποίες μπορεί να ανθίσει σωστά μια ερωτική σχέση. Αλλά και η ανέραστη ζωή, εκφράζεται με δύο τρόπους. Είτε δηλαδή με την αλλοτρίωση της ερωτικής σχέσης, αυτό που συνήθως λέμε ερωτισμό, είτε με την άρνηση κάθε μορφής έρω­τα, κάθε μορφής σχέσης, κάθε μορφή αληθινής (μη υποκριτικής) επικοινωνίας.

Στο στρατό μπορούμε να δούμε ότι προωθούνται συχνά και τα δύο αυ­τά. Σε άλλες περιπτώσεις, επειδή δε γίνεται και διαφορετικά (;), μετατρέπεται ο έρωτας σε ερωτισμό, ενώ σε άλλες περιπτώ­σεις γίνεται και παράλληλα με την προηγούμενη μέθο­δο. Οδηγείται και διαπαιδαγωγείται έτσι ο νέος άνθρωπος, ο φαντάρος και γενικά ο στρατιωτικός, μέσα από μύριους μηχανι­σμούς και διαδικασίες σε μια ζωή με μια μορφή βίας να είναι και να γίνεται ουσιαστικά ανέραστος.

Να ζει δηλ. μια ζωή ιδεαλιστική, μια ζωή νομικίστικη ηθικιστική, δη­λαδή όχι πραγματική ζωή. Και εδώ είναι ακριβώς πού θα στρα­φεί η στοιχειώδης αυτή ανάλυση. Στους μηχανισμούς και στις διαδικασίες με τις οποίες πετυχαίνεται, σ’ ένα βαθμό βέβαια, ο «στόχος», δηλαδή η αποπροσωποίηση, δηλαδή η μείωση των ερωτι­κών σχέσεων. Σε άλλες περιπτώσεις γίνεται προς την κατεύθυνση του ερωτισμού και σε άλλες προς την κατεύθυνση του ανερωτισμού-ηθικισμού.

5. Αλλοτριωτικές διαδικασίες.

Σημάδια: Ίσως είναι ανάγκη να αναλύσουμε εδώ μέσα από ποιες διαδικασίες πετυχαίνεται η αποπροσωποίηση, η αλλο­τρίωση δηλαδή των ερωτικών σχέσεων ή με τη μορφή του ερω­τισμού ή με την μορφή του ανερωτισμού.

Φαντάρος: Οι βασικές αρχές πάνω στις οποίες οικοδομείται ο μηχανισμός αλλοτρίωσης του προσώπου του κληρωτός, αλλά και του μόνιμου στρατιωτικού, είναι αυτές που τα ξέρουν όλοι: Το τρίπτυχο Πατρίδα-θρησκεία-οικογένεια και με τη σειρά που το αναφέραμε.

Σαν μια πρώτη βασική παρατήρηση μπορούμε να πούμε ότι αυτές οι τρεις αρχές, αυτές οι αξίες για το στρατό ευρίσκονται σ’ ένα μεταφυσικό και ιδεαλιστικό χώρο. Με τη χρήση αυτών λοιπόν των αξιών καλείται ο φαντάρος, μ’ ένα τελείως ιδεαλιστικό και μεταφυσι­κό τρόπο να έχει κάποια «ερωτική σχέση». Με άλλα λόγια «μετατοπίζεται» η όποια ερωτική του διάσταση σε ιδέες, σ’ αυτές δηλαδή τις αρχές, αλλά τελείως στρεβλά και αφύσικα. Αλλά ας εξηγήσουμε μία μια αυτές τις τρεις αρχές.

Όταν μιλάμε για πατρίδα, εννοούμε την κοινωνική πραγματι­κότητα του σήμερα. Πολλές φορές όμως, και κάτω από ορισμένα ιδεαλιστικά σχήματα, κυριαρχούν και άλλες έννοιες για αυτό το χώρο, πού το λένε πατρίδα. Αναφέρονται σε μια «παράδοση», πού τη θεωρούνε στα μέτρα τους και που την εκμεταλλεύονται και εμπορεύονται, για να συντηρούν την υπάρχουσα πραγματι­κότητα.

Ο στρατός λένε, λέει δηλαδή το κράτος και οι κανονι­σμοί του στρατού, υπάρχει για να υπερασπίζεται αυτή τη πατρί­δα, δηλαδή αυτή τη σημερινή κοινωνική πραγματικότητα, με τις αξίες που αυτοί νομίζουν ότι κυκλοφορούν σ’ αυτό το κοινωνι­κό χώρο, απέναντι στην πιθανή επιβολή κάποιου «εχθρού».

6. Η διαφύλαξη των αξιών.

Λένε ότι o στόχος είναι να διαφυλαχθεί η κοινωνική ελευθε­ρία που υπάρχει και οι κοινωνικές αξίες πού υπάρχουν στη ση­μερινή κοινωνία. Η πρώτη μεγάλη αντίφαση που δείχνει ακριβώς τον ιδεαλιστικό αυτό τρόπο, με τον οποίο αντιμετωπίζεται η υπάρχουσα πραγματικότητα, βρίσκεται στο εξής σημείο. Ότι δηλαδή καλείται ο στρατός να διαφυλάξει τη λεγόμενη κοινωνική ελευθερία και τις λεγόμενες κοινωνικές αξίες μ’ ένα τρόπο πού οντολογικά ο στρατός τον ζει εντελώς αντίθετα.

Δηλαδή, καλείται να διαφυ­λάξει κοινωνικές ελευθερίες όντας αυτός ανελεύθερος. Δηλαδή με την υποχρεωτική και μη εθελοντική πειθαρχία, όπου το κάθε πρόσωπο καταργείται και επι­βιώνει μόνο η μάζα και ο ρομποτισμός κατά κανόνα.

Καλείται να διαφυλάξει τη θρησκεία σαν μια κοινωνική αξία της κοινωνίας, με ένα τρόπο ανελεύθερο, όπου τη θέση στη θέ­ση της πίστης την παίρνει η βία της παραδοχής αυτής της «αξίας».

Καλείται να διαφυλάξει την οικογένεια, όντας ο φαντά­ρος και ο στρατιωτικός, χωρίς να ζει ο ίδιος τη ζωή της οικογένειας του, μάλιστα μέσα σε δύσκολες συνθήκες, δηλαδή μακριά από τον τόπο του. Η αντίφαση όμως που υπάρχει είναι ότι καλείται ο στρατός να διαφυλάξει κάποιες «αξίες» με ένα τρόπο ακριβώς αντίθετο απ’ αυτόν που οντολογικά καθορίζουν αυτές οι ίδιες οι αξίες.

Αυτό δεν είναι μια αντίφαση απλά, αλλά δείχνει ακριβώς ότι οι αξίες αυτές είναι δύσκολο έως αδύνατο να βιωθούν πλήρως στο στρατό. Επομέ­νως σημαίνει ότι κοροϊδεύουν αυτοί που βλέπουν ή λένε ότι βλέπουν έτσι τα πράγματα, ότι δηλαδή κάποιες τέτοιες αξίες φυλάμε.

Άρα έχουμε στρατό για κάποιον άλλο σκοπό, αφού δεν μπορούν να βιωθούν εντός του οι παραπάνω αξίες. Ή σημαίνει ότι ο στρατός είναι λάθος, είναι λάθος δηλαδή δομημένος. Αυτό σημαίνει ότι είναι αδύνατο να υπάρξει ελευθερία εδώ και τώρα, βίωση αυτής της ελευθερίας εδώ και τώρα. Άρα δεν διαφυλάττουμε κάποια κοινωνική ελευθερία, αλλά παίζουμε κάποια άλλο ρόλο ή και είναι λάθος δομημένος. Άρα ο στρατός θα πρέπει να αλλάξει.

Προσωπικά νομίζω ότι συμβαίνουν και τα δύο. Και ο στρατός παίζει άλλο ρόλο απ’ αυτόν που τονίζεται και είναι και λάθος δομημένος. Και πάνω σ’ αυτό μπορεί να γίνει αρκετή συζήτηση.

7. Ο πολιτισμός μας και ο στρατός.

Σημάδια: Αυτά όλα πραγματικό γίνονται έτσι, Ένα ερώτημα όμως που μπαίνει τώρα είναι αν μπορούμε εμείς σαν κοινωνία να διαφυλάξουμε τις αξίες ζωής, τις σχέσεις ζωής, με μια λέξη τον πολιτισμό μας, κτήμα κοινής εμπειρίας.

Φαντάρος: Μπορούμε μάλιστα να πούμε το εξής, ότι είναι επείγουσα ανάγκη να διαφυλαχτούνε κάποιες αξίες της κοινωνίας που είναι καρπός πείρας, εμπειρίας χιλιάδων ετών, δηλαδή αυτό που λέμε ζωντανή παράδοση.

Οι αξίες όμως αυτές δεν είναι αυτές που φανερώνει στρατός, αλλά κάποιες άλλες. Αυτές μάλιστα, τις «κυνηγάει» κατά κάποιο τρόπο μέσα στη συνείδηση των φαντάρων, των στρατιωτικών. Τις αρνείται και τις απορρίπτει με τον τρόπο ζωής που προσπαθεί να επιβάλει με τη βία. και την καταπίεση, ως μηχανισμός, διαδικασία και τρόπος ζωής, που είναι ο στρατός.

8. Η μη εθελοντική πειθαρχία.

Αυτό φαίνεται από την έννοια που δίνουν στη λέξη πειθαρ­χία. Διότι πίσω από αυτή τη λέξη και απ’ αυτούς τους μηχανι­σμούς και διαδικασίες, που ισχυρίζονται ότι οδηγούν στην πειθαρχία, μπορεί να φανεί ακριβώς το προηγούμενο που είχαμε τονίσει. Ότι δηλαδή άλλο ρόλο παίζει τελικά ό στρατός απ’ αυτόν που λέει και ότι είναι, παρότι είναι και λάθος δομημένος.

Ισχυρίζονται ότι πρέπει να υπάρχει πειθαρχία για να πολεμήσει κάποιος. Η πειθαρχία μπορεί να είναι όμως είτε συνειδητή και εθελοντική, είτε ασυνείδητη και εκβιαστική. Όταν είναι συνειδητή σημαίνει ότι βιώνεις πράγματα και αυτά που βιώνεις συνειδητά θέλεις να τα υπερασπίσεις.

Όταν όμως εδώ πέρα επιμένουν ότι δεν είναι εύκολη η συνειδητή πειθαρχία οπότε χρειάζεται βία, σημαίνει ότι οι άνθρωποι που καλούνται να υπερασπίσουν κάποιες αξίες δεν τις βιώνουν. Και αφού δεν τις βιώνουν, δεν καλούνται από μόνοι τους να τις υπερασπίσουν. Άρα πρέπει με την βία να πειθαρχήσουν, δηλαδή να αναγκαστούν να υπερασπίσουν κάποια άλλη αξία πού δεν βιώνουν.

Κά­ποιες άλλες αξίες πού βιώνουν κάποιοι άλλοι. Επομένως ο στρα­τός μάλλον παίζει το ρόλο να υπερασπίσει αξίες που δεν βιώ­νει ο πολύς κόσμος, ο λαός δηλαδή που καλείται να τις υπερασπίσει, αλλά κάποιοι άλλοι.

Είδαμε λοιπόν ότι αυτός ο λαός μάλλον δεν βιώνει αυτές τις αξίες που καλείται να υπερασπίσει. Γι’ αυτό και αναγκάζεται το κράτος να εφαρμόζει στο στρατό μορφές καταπίεσης και βίας.

9. Κάποια άλλη δομή στρατού;

Επειδή όμως συνειδητά ή ασυνείδητα, λίγο ή πολύ, υποτί­θεται ότι θα μπορεί να τις υπερασπίζεται από τυχόν επιβουλές, θα μπορούσαμε ίσως να μιλήσουμε για κάποιον άλλο στρατό. Ίσως – αυτό τα θέμα χρειάζεται βέβαια αρκετή συζήτηση- αυτός ο στρατός να αλλάξει προς μια κατεύθυνση τελείως διαφο­ρετική. Τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα. Με μακροπρόθεσμη προοπτική την πορεία κατάργησης του ίδιου του στρατού, αν υποθέσου­με πως οι κοινωνικές αξίες που είναι να υπερασπίσει είναι ακρι­βώς η ειρήνη, η ελευθερία, η αυτοδιαχείριση, η συναδέλφωση των λαών και όχι των κυβερνήσεων.

Δηλαδή μ’ άλλα λόγια εδώ πέρα δεν μπορούμε να πούμε ότι επειδή ό στρατός μπορεί να παίζει έναν άλλο ρόλο, ένα ρολό που καθορίζουν κάποιοι άλλοι, εμείς λέμε αρνούμαστε τον στρατό, άρα δεν συμμετέχουμε σε διαδικασίες αλλαγής του και οι διαδικασίες αλλαγής του στρατού δεν μπορούν να γίνουν μόνο απ’ έξω, αλλά και από μέσα.

Και για να γίνουν από μέσα πρέπει να συμμετέχεις στις διαδικασίες. Τα κύριο βέβαια είναι ότι η αλλαγή του στρατού μπορεί να γίνει από μέσα, όχι κυρίως από στρατιωτικούς αλλά από τους κληρωτούς, που έχουν εμπει­ρία της ανοικτής κοινωνίας. Γιατί αυτοί μπορούν να μεταφέ­ρουν μέσα από το πρόσωπό τους την εμπειρία της κοινωνίας. Αλ­λά και απ’ έξω, στο βαθμό που ο λαός έχει κάποια σχέση με τα περιθώριο του στρατού, δηλαδή δεν μιλάμε για τελείως απο­κομμένο περιθώριο, αλλά ένα περιθώριο με κάποια σχέση.

10. Μια σειρά από αντιφάσεις.

Υπάρχουν μια σειρά από σχέσεις του στρατού με την ανοικτή κοινωνία, που εκφράζονται με την κεντρική εξουσία, που έχει κάποια σχέση με το λαό, με τους κληρωτούς πού μπαίνουν και βγαίνουν στο στρατό – απολύονται – και που όταν είναι στο στρατό έχουν μια επαφή με την κοινωνία, μέσω της εξόδου, της άδειας, της επικοινωνίας την κάθε είδους, αλλά και με την πίεση που μπορεί να εξασκεί ο υπόλοιπος λαός ας πούμε στους μηχανισμούς του κράτους.

Είναι πάντως γεγονός ότι μπορεί να γίνουν πάρα πολλές παρατηρήσεις πάνω στο θέμα των αντιφάσεων, ανάμεσα στις κοινωνικές αξίες που ισχυρίζονται οι άνθρωποι του μηχανισμού του κράτους και του στρατού, ότι δηλαδή καλείται να υπερασπίσει τις κοινωνικές αξίες, που σ’ αυτή τουλάχιστο τη φάση καλεί­ται κυρίως ο λαός να υπερασπίσει.

Μ’ αυτή την έννοια λοιπόν θα μπο­ρούσαμε να πούμε ότι μπορούμε να μιλάμε για μια μεταμόρφω­ση του στρατού σε μια κατεύθυνση, που αυτός να γίνεται όλο κι περισσότερο υπερασπιστής των αξιών του λαού κι όχι των αξιών του μηχανισμού κράτους-στρατού.

Β. Η τακτική των φαντάρων μέσα κι έξω απ’ το στρατό.

Σημάδια: Εδώ είναι φανερό ότι μπαίνει πια το πρόβλημα της τακτικής πού ακολουθούμε τόσο μέσα, όσο κι έξω από το στρατό. Αυτό βέβαιο είναι ζήτημα κύρια των φαντάρων και έχει σχέ­ση άμεσα με την εμπειρία σχέσης πού έχουν με τους ανώτε­ρους και με όλο το μηχανισμό.

Φαντάρος: Μ’ αυτήν την άποψη λοιπόν δεν μπορούμε να μιλά­με για ένα ιδεαλιστικό τρόπο, ότι πρέπει δηλαδή να καταργηθεί ο στρατός άμεσα, αλλά να μεταμορφώνεται ο στρα­τός προς μια κατεύθυνση κατάργησής του.

Για να δούμε αυτό το ζήτημα πρέπει, να δούμε τη ζωή πού γίνεται στο εσωτερικό του, δηλ. ο στρατός καταργείται πρώτα-πρώτα στο τρόπο ζωής των ίδιων των στρατιωτικών. Απ’ τη στιγμή δηλαδή πού καλείται ο νέος σήμερα, ή να φυλακιστεί αν δεν πάει φαντάρος (αν δεν μεταναστεύσει στο εξωτερικό, με πιθανότητα να στρατευθεί σ’ άλλο στρατό), αν δεν να μπει στο στρατό.

1. Μεταμόρφωση από μέσα.

Τελικά ο κόσμος διαλέγει να πάει στο στρατό και να τελειώ­νει μ’ αυτή την ιστορία. Επομένως ο λαός δηλαδή απ’ την αρχή ακολουθεί μια πορεία να επιστρέψει στην κοινωνία μέσω του στρατού. Έτσι λοιπόν μπο­ρεί να παιχτεί ένα παιχνίδι μεταμόρφωσης του στρατού, χωρίς να ξεχνάμε βέβαια την μεταμόρφωση και πίεση πού μπορεί να εξασκηθεί από την ανοικτή κοινωνία.

Εδώ θα μπορούσαμε να δούμε ορισμένους μηχανι­σμούς πάνω στους οποίους μπορεί ν’ αλλάξει ο στρατός. Νομίζω όμως ότι μπορεί να γίνει μια ανάλυση πάνω σ’ αυτό το θέμα να πούμε πάρα πολλά πράγματα, όπως κι άλλοι έχουν πει πάρα πολλά πράγματα γι’ αυτό το ζήτη­μα.

Πιστεύω όμως πώς το πιο σημαντικά απ’ όλα είναι το εξής: Σ’ αυ­τή τη φάση ο στρατιωτικός και μάλιστα ό φαντάρος, που είναι η τελευταία, σε δύναμη, βαθμίδα της ιεραρχίας του στρατού, δεν ορίζει τί­ποτα από τον εαυτό του, ούτε καν τη σκέψη του δεν μπορεί να την εκφράσει στο πρόσωπό του.

Απαγορεύεται να εκφράζεις αντί­θετη σκέψη στο πρόσωπό σου, όταν πάρεις μια διαταγή έστω κι από τον αμέσως ανώτερο σου. Και για θέματα που δεν έχουν άμεση σχέση με την υπηρεσία του στρατού, αλλά και για οτιδήποτε έχει σχέση με τη ζωή του στρατώνα ή και τη ζωή σου έξω απ’ το στρατώνα. Δηλαδή μπορείς να λειτουργείς σαν πρόσωπο στο βαθμό πού στο επιτρέπουν μόνο οι ανώτεροι. Και οι ανώτεροι κανονίζουν να σου επιτρέπουν βέβαια τόσα όσα χρειάζονται σ’ αυτούς. Δηλαδή τόσο ώστε εσύ να δύνασαι να λειτουργείς ως βιολογικό στρατιωτικοποιημένο όν

Δηλαδή γίνεται απλώς μονάχα ένα γρανάρισμα της μηχανής σου μιας και εσύ γίνεσαι ρομπότ. Θα πρέπει δηλαδή για να λειτουργήσεις και να μην φθαρείς, σαν ρομπότ, σαν μηχανή να ξελασκάρεις λίγο, να έχεις ένα δικαίω­μα αυτοέκφρασης για να νομίζεις ότι ζεις, ούτως ώστε να συνεχίζεις να είσαι μηχανή.

Επομένως νομίζω ότι το κύριο στοιχείο που πρέπει ν’ αλλάξει αυτή τη στιγμή στο στρατό, σαν πρώτο βήμα, είναι να έχει λόγο ο φαντάρος, τουλάχιστον στα θέματα που άμεσα τον αφορούν ως υποκείμενο εντός του στρατώνα. Το δικαίωμα δηλαδή να καθορίζει ο ίδιος τον τρόπο ζωής του στον στρατώνα, στις «μη καθαρά υπηρεσιακές εργάσιμες ώρες», με δημο­κρατικές διαδικασίες.

2. Ιδανικό και η ατομοκρατία.

Επίσης ένα δεύτερο σημείο που έχουμε να προσέξουμε είναι ότι απαγορεύεται να κριτικάρεις τις αποφάσεις που δέχεσαι. Αυτό έχει βέβαια, σχέση και με το προηγούμενο. Υπάρχει και 3ο σημείο. Μπορείς να ενδιαφέρεσαι για ορισμένα προβλήματα που αφορούν όμως μόνο το άτομο σου. Δεν έχεις το δικαίωμα από τους κανονισμούς και από το κράτος να ενδιαφερθείς, ού­τε νόμιμα, για προβλήματα που έχει κάποιος συνάδελφός σου, έστω και με ιδιαίτερα προβλήματα.

Το δικαίωμα αυτό το έχει αυτός, όταν μπορεί βέβαια να το έχει… Αυτό σημαίνει ότι οδηγείται ο φαντάρος σε μια ατομοκρατία, που είναι η αρχή για την αποπροσωποίησή του. Ξεφεύγοντας δηλαδή από το πρόβλημα του αδελφού σου, του διπλανού σου, όταν αυτό προέρχεται από την καταπίεση από τα πάνω κλείνεσαι στην δική σου την ατομικότητα και επο­μένως ο δρόμος ανοίγει για την αποπροσωποίηση. Δηλαδή απαγορεύεται να ενδιαφερθείς για ένα πρόβλημα του συναδέλ­φου σου.

Ακόμη όμως για το δικά σου το πρόβλημα συμβαίνει το εξής. Λεν έχεις το δικαίωμα να ζητήσεις να λυθεί οπωσδήποτε το πρόβλημα σου, αλλά μόνο να ζητήσεις να σκεφτεί ο ανώτερός σου, αν μπορεί κι αν νομίζει σωστό να ενδιαφερθεί. Το μόνο δηλαδή που μπορείς να κάνεις είναι να βγεις στην αναφορά και να ζητήσεις να αναφέρεις το πρόβλη­μα σου στον καλό μπαμπά δηλαδή, κι αυτός, αν κρίνει ότι πράγ­ματι είναι πρόβλημά σου, μπορεί να ενδιαφερθεί στο βαθμό πού αυτός νομίζει και στον βαθμό πού τον συμφέρει να δουλέ­ψεις σαν μηχανή του.

Διαφορετικά δεν τον ενδιαφέρει. Μάλι­στα σ’ αυτές τις περιπτώσεις, όταν δηλ. τύχει να μην καταλάβει κι ο στρατιωτικός ότι αυτό είναι ένα πρόβλημα που άπτεται και της βιολογικής σου πια ύπαρξης, κι αν εσύ είσαι και λίγο απαι­σιόδοξος, τότε οδηγείσαι σε μια πορεία νεύρωσης, ψύχωσης και αρκετές φορές φτάνουν ορισμένοι φαντάροι και στην αυτο­κτονία. Δηλαδή κάνουν λάθος εκτίμηση συχνά, στο κατά πόσο εσύ πια έχεις φτάσει στα όρια της ύπαρξης, ακόμα και ως ρομπότ, με αποτέλεσμα να έχουμε συχνά αυτοκτονίες, δυστυχώς και στη σημερινή εποχή.

3. Προσωπικά προβλήματα: θα κρίνουν οι ανώτεροι…

Μάλιστα μπορούμε να πούμε ότι το δικαίωμα ίσως το μοναδικό, που έχει ένας φαντάρος, είναι το να ζητήσει από τον αμέσως ιεραρχικά ανώτερό του κι όχι από οποιονδήποτε ανώτερο, να πει ότι έχει ένα πρόβλημα.

Δηλαδή ένας φαντάρος μπορεί να βγει δημοσίως στην αναφορά και απλά να πει πώς έχει κάποιο πρόβλημα. Από εκεί και πέρα θα… κρίνουν οι ανώτεροι. Είναι μάλιστα πασιφανές, ότι οι κεντρικές αποφάσεις για τέτοια ζητήματα ζωής, βγαίνουν από τα ανώτερα στελέχη που φθάνουν μέχρι το «Υπουργείο Εθνικής Άμυνας».

Οι άνθρωποι που κρίνουν τα της πατρίδας και τα των υπερασπιστών της, είναι τόσα πολύ μακριά μας, που όχι μόνο δεν τους βλέπεις πρόσωπο με πρόσωπο, αλλά βρίσκονται σ’ ένα χώρο πολύ απομακρυσμένο, σ’ ένα χώρο, θα μπορούσαμε να πούμε, ιδεαλι­στικό.

Έτσι αυτός ο χώ­ρος έρχεται να συνδεθεί μαζί του μέσω μιας ιεραρχίας, την οποία καλείται να υπερασπίσει, χωρίς συχνά να τον υπερασπίζεται αυτή. Και μ’ αυτό το τρόπο διαπαιδαγωγείται ο φαντάρος για τα όποια ιδανικά της πατρίδας.

4. Η θρησκεία, ως αλλοίωση της Ορθοδοξίας στο στρατό.

Σημάδια: Ένα άλλο σημαντικό ζήτημα πού έβαλες είναι εκείνο που σαν δεύτερη «αξία» του στρατού, τη θρησκεία. Ας το κάνουμε λίγο πια λιανά, τι ρόλο δηλ. παίζει ή θρησκεία στο στρατό.

Φαντάρος: Ας πούμε λίγα πράγματα για τη δεύτερη «αξία» του στρατού, τη θρησκεία. Μάλιστα ισχυρίζομαι ότι, από τη στιγμή που η θρησκεία, η οποιαδήποτε θρησκεία κάποιου στρατού, έρχεται δεύτερη στη αξιολογική σειρά, δεν είναι καθόλου τυχαίο.

Γιατί η θρησκεία θεωρείται ένα μέρος μεν από το όλο σύστημα κοινωνικών αξιών, αλλά δεν έχει την πρώτη θέση. Δεν είναι αξία ανώτερη αυτής της πατρίδας. Θεωρείται απλά ένα επί μέρους στοιχείο της, το αμέσως επόμενο. Άρα εδώ έχουμε τα σπέρματα του εθνικισμού.

Γι’ αυτή τη δεύτερη λοιπόν αξία ισχύει το έξης: Ο μηχανισμός προσπαθεί την οποιαδήποτε θρησκεία ή Φιλοσοφία να την εντάξει ως κοινωνική αξία. Όταν δεν μπορεί να κάνει διαφορετικά, όταν δηλαδή δεν μπορεί να την χτυπήσει κατά πρόσωπο, την εντάσσει στις αξίες του, αφού πρώτα την έχει παραμορφώσει μέσα από πολλούς επί μέρους μηχανισμούς.

Επίσης προσπαθεί να την παραμορφώσει, θεωρώντας την ως μία αξία που καλείται με τη βία να υπερασπίζει ο στρατός. Καμώνεται πως την αποδέχεται, και υποχρεώνει τους φαντάρους να κάνουν το ίδιο, αφού πρώτα έχει αρνηθεί τον κεντρικό της πυρήνα. Οποιοδήποτε στοιχείο της αληθινό ή οντολογικό το μεταθέτει σε ένα χώρο μεταφυσικό και οντολογικά απλησίαστο.

Να σημειώσουμε τώρα το εξής, που το θεωρώ εξόχως σημαντικό. Το ελλαδικό κράτος, μέσω πολλών μηχανισμών, μετά το 1834 που ήλθαν και μας κυβερνούσαν οι Βαυαροί, αντιγραφών δυτικών μηχανισμών των κρατιδίων της δύσης, έκαναν μια σειρά από ενέργειες για να καθυποτάξουν την Εκκλησία στην ανεξάρτητη τότε Ελλάδα.

Και την καθυπόταξαν διοικητικά, αφού την έλεγχαν με μηχανισμούς και έξω από το στρατό, αλλά και μέσα. Δεν έκαναν τίποτα άλλο, παρά την θεσμική Εκκλησία προσπάθησαν να την μεταμορφώσουν σε ένα είδος θρησκείας, έξω από το πνεύμα της Ορθόδοξης πίστης.

Γι’ αυτό δημιουργήθηκαν οι ιεροκήρυκες του στρατού, οι οποίοι στην εποχή μας ανέρχονται και ιεραρχικά, όπως ακριβώς οι καθαυτό στρατιωτικοί. Αυτοί πια κυρίως δεν κηρύττουν την Ορθόδοξη πίστη και θεολογία, αλλά παίζουν ένα ρόλο διαφώτισης για αξία της θρησκείας. Συχνά και ταυτόχρονα διαφωτίζουν το στράτευμα και για τις άλλες δυο αξίες του. Την αμέσως «ανώτερη» – πατρίδα- και την αμέσως «επόμενη» – οικογένεια.

Προσπαθούν με διάφορους τρόπους πίεσης να κάνουν τους φαντάρους να αποδεχτούν μέσα τους με τη βία το παραμορφωμένο νόημα αυτών των αξιών. Και αυτοί τις απωθούν σε ένα ιδεαλιστικό χώρο, μακριά από την ουσία της ζωής τους, μέχρι την πλήρη απόρριψή τους.

Απόδειξη αυτού του ισχυρισμού μου είναι ότι σ’ όλους τους θαλάμους των στρατώνων έχουν υψωθεί, χωρίς καμιά συμμετοχή των φαντάρων, κάτι σαν εικόνες του Χριστού. Πρόκειται για κάποιες κάποιου πουν θυμίζει το Χριστό, που το βλέμμα του δεν απευθύνεται στο πρόσωπο των φαντάρων, αλλά κάπου μακριά, σε ένα ιδεατό χώρο…

5. Τρόποι αλλοίωσης της Ορθόδοξης πίστης και ζωής.

Φαίνεται εδώ ένα στοιχεία της αλλοίωσης και της θρησκειοποίησης της Ορθόδοξης Εκκλησίας, πού έχει επιτευχθεί μέσα από το στρατό.

Προσπαθούν να εντάξουν μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο τους ιεροκήρυκες και όσους άλλους μπορούν μέσα εκεί, με υποχρεωτικές λειτουργίες και προσευχές, με την υποχρεωτική αποδοχή της θρησκείας τους, έστω επιφανειακά και υποκριτικά. Μιας θρησκείας, ιδεαλιστικό πρότυπο, ώστε έτσι να προετοιμάζουν ορισμένους θρησκευόμενους να αποδεχτούν αδιαμαρτύρητα τα παράδοξα του στρατού. Ταυτόχρονα να νοθεύσουν κάθε αμυδρή ελπίδα γνήσιας πίστης στους υπόλοιπους.

Το ζήτημα είναι ότι αυτή η παραμόρφωση της ορθόδοξης πίστης και θεολογίας δεν ακουμπά πολύ την θεσμική ελλαδική Εκκλησία, η οποία εξακολουθεί να είναι συμβιβασμένη με το κράτος και τις δομές του. Εξακολουθεί δυστυχώς να αποδέχεται την θρησκειοποίηση της πίστης και με τον χειρότερο τρόπο, μίγμα βίας και ιδεαλισμού.

6. Η θρησκεία γίνεται τελικά μηχανισμός καταπίεσης.

Έτσι η Ορθόδοξη πίστη μετατρέπεται σταδιακά στις συνειδήσεις των φαντάρων σε μια θρησκεία, που όχι μόνο δεν έχει σχέση με τη ζωή τους, αλλά γίνεται και μηχανισμός καταπίεσής τους. Μπορεί να αποδιώχνονται κάποιες αναστολές των θρησκευόμενων για τις αντιφάσεις του στρατού, άλλα ταυτόχρονα γίνεται το κύριο μέσο να αρνηθεί ο φαντάρος τις δικές του αξίες και να τις «αντικαταστήσει» ιδεαλιστικά με άλλες.

Βέβαια αυτή η θρησκειοποίηση της ορθόδοξης πίστης δεν έχει καμιά σχέση με την αληθή ζωή που μπορεί να ζει κάποιος ως μέλος της Ορθόδοξης εκκλησίας, αλλά το ζήτημα αυτό ξεφεύγει από το θέμα μας. Το σημαντικό είναι ότι τελικά εκμεταλλεύεται ο μηχανισμός του κράτους την Εκκλησία, την κάνει θρησκεία, μηχανισμό καταπίεσης και αλλοτρίωσης. Έτσι επιτυγχάνονται καλύτερα αυτά που θέλουν οι στρατιωτικοί, με πρώτη την άλογη πειθαρχία.

Σημάδια: Ας κάνουμε τώρα λίγο πιο λιανά και την τρίτη «αξία» που είπες, την οικογένεια.

Φαντάρος: Η τρίτη «αξία» κατά σειρά για το στρατό είναι η «οικογένεια». Το θέμα είναι ότι η οικογένεια, προϋποθέτει ερωτική σχέση, μια ελεύθερη ερωτική σχέση. Η ελεύθερη ερωτική σχέση προϋποθέτει μια συμβίωση του άντρα και της γυναίκας.

Το θέμα είναι όμως ότι ο φαντάρος καλείται να ζήσει μακριά από μια οποιαδήποτε σωστή ερωτική σχέση, μια ελεύθερη ερωτική σχέση. Επειδή όμως πάρα πολλοί φαντάροι είχαν ή έχουν στο στρατό κάποια ερωτική σχέση ελευθερίας – απλή γνωριμία, φιλία, αρραβώνας, γάμος – ή έχουν γονείς, υποτίθεται ότι αυτή πρέπει και να την υπερασπίζονται.

Βέβαια έχουν θεσπιστεί κάποια μέτρα, οι πολύτεκνοι π.χ. να μπορούν να υπηρετούν λιγότερο, οι παντρεμένοι φαντάροι να εξυπηρετούνται περισσότερο, κ. λ. π. Όμως θεωρώ ότι μ’ αυτόν τον τρόπο «χρυσώνεται» η κατάσταση, γιατί στη πραγματικότητα συμβαίνει κάτι άλλο.

7. Το όπλο, ως … γκόμενα.

Ο φαντάρος οδηγείται σε μια αποπροσωποίηση σε μια ανέρα­στη ζωή και δεν κάνει τίποτα άλλο, παρά να απομακρύνεται από τη σχέση την ερωτική που είχε, με αποτέλεσμα η όποια ανάπτυ­ξη αυτής της σχέσης του ή καταργείται ή καταλήγει να αλλοτριωθεί μετά την απόλυση.

Γιατί οι φαντάροι συχνά οδηγούνται από τον στρατωνισμό τους σε μια φαλλοκρατική ανδροκρατική αντίληψη με αποτέλεσμα να μεταφέρουν την καταπίεσή τους αυτή πια και στη γυναίκα (τους). Έτσι μ’ αυτό το μηχανισμό καταπιέζεται πρώτα ο άνδρας, και κατόπιν αυτός καταπιέζει τη γυναίκα του.

Δεν είναι τυχαίο ότι στο στρατό λένε πως τώρα πια γυναίκα σου είναι το όπλο σου! Και αυτό το λένε και το πιστεύουν. Το όπλο είναι ή γκόμενα σου. Μάλιστα λένε ότι το όπλο σου μπορείς να το περιποιείσαι, όσο και τη γυναίκα σου, να το χαϊδεύεις, να το καθαρίζεις, το περιποιείσαι, και με αυτό κάνεις… έρωτα. Κι αυτά είναι πράγματα που έχουν μείνει στο στρατό ριζωμένα, όσο κι αν φαίνονται αστεία…

ΙΙ. Για το στρατό[iii].

Δείχνοντας, το περιοδικό ιδιαίτερο ενδιαφέρον στο αρκετά λεπτό και σοβαρό θέμα ταυ στρατού συνεχίζει την συν­εργασία με τον φαντάρο του προηγούμενου τεύχους, αλλά και με άλλους φαντάρους απ’ ό6λη την Ελλάδα, αφήνοντάς τους ελεύθερους να εκφρά­σουν την γνώμη τους για τη ζωή τους στο στρατό. Επιδίωξη αυτού του διαλόγου με τους στρα­τευμένους νέους της πατρίδας μας δεν είναι να αμφισβητήσου­με απλά τον συγκεκριμένο μηχανισμό (στρατό) του κράτους.

Αλλά να σχηματίσουμε μια αρ­κετά πλατιά γνώση του καίριου αυτού προβλήματος των νέων. Πρόβλημα που καλείται ο νέος να αντιμετωπίσει στην πιο κρίσι­μη φάση της ζωής του.

Πιστεύουμε λοιπόν ότι κα­λό είναι να γνωρίσουμε από κοντά το καυτό αυτό θέμα και μέσα από ανθρώπους πού το ζουν, κάτω από τα σημερινά δε­δομένα. Γιατί σίγουρα αλλιώς ήταν χθες ο στρατός και «αλ­λιώς» σήμερα.

— Ποια όμως αλλαγή έγινε σήμερα στο στρατό απ’ τους ανθρώπους που διέταζαν και χθες αλλά και σήμερα;

— Πώς λειτουργεί σήμερα ό στρατιώτης στη μονάδα του;

— Κατά πόσο εκφράζεται προσωπικά;

-— Τι ρόλο τελικά παίζει η προσωπικότητα του παράγοντα ανθρώπου στο στράτευμα; Λειτουργεί λοιπόν το προσωπικό στοιχείο του στρα­τιώτη ή μήπως και σήμερα παραμένει ένα άβουλο όν και ζει μηχανικά την ζωή του;

γ. Είδη μηχανισμών αλλοτρίωσης στο στρατό.

Σημάδια: Θα μπορούσες να μας δώσεις ορισμένα πράγματα για τους μηχανισμούς αποπροσωποίησης πού λειτουργούν στο στρατό;

Φαντάρος: Οι μηχανισμοί αυτοί είναι πάρα πολλοί, μελετημένοι ψυχρά και επιστημονικά μπορούμε να πούμε. Δεν μπορούμε να τους αναφέρουμε όλους. Μπορούμε όμως ν’ αναφέ­ρουμε ορισμένους μηχανισμούς, που είναι τρομερά έντονοι και τους νοιώθεις μπαίνοντας στο στρατό.

1. Ασκήσεις «ακριβείας».

Ένας πρώτος μηχανισμός είναι οι λεγόμενες ασκήσεις ακριβείας. Οι ασκήσεις αυτές είναι μια σειρά ασκήσεων με το όπλο, τελείως καθορισμένες για ταυτόχρονη εκτέλεση, δηλαδή ακριβώς ίδιες για όλους τους φαντάρους. Καλείται δηλαδή μια ομάδα να κάνει ακριβώς ίδιες συντονισμένες κινήσεις.

Μ’ αυτό το τρόπο μαθαίνει ο κάθε φαντάρος ότι δεν μπορεί να λειτουργεί με το όπλο του ως πρόσωπο, αλλά μόνο μ’ ένα τρόπο πού έχουν καθορί­σει κάποιοι άλλοι και για όλους..

Μ’ αυτό τον τρόπο μαθαίνει πώς αυτός δεν έχει μια ιδιαίτερη προσωπικότητα, δεν είναι τίποτα άλλο, παρά ένα κομμάτι μιας κουρδισμένης μηχανής. Αυτές λοιπόν οι ασκήσεις, όταν γίνονται τέλεια, δεν αφήνουν το μυαλό να λειτουργήσει διαφορετικά. Το μόνο πού καταφέρνει ο φαντάρος είναι το πώς θα συντονιστεί μηχανικά με τους άλλους, και όχι να νοιώσει πως λειτουργούν οι συνάδελφοί του. Οδηγούν λοιπόν σε ένα «σπάσιμο» της προσωπικότητας.

Παρόμοιο αποτέλεσμα έχουν οι μεταβολές, οι προσοχές, οι αναπαύσεις. Το βήμα παίζει και ένα ακόμη ρόλο. Μια ομάδα δημιουργεί μια σειρά από στοιχισμένες γραμμές και κάνει μια πορεία καθορισμένη, με ίδιες κινήσεις με χαρακτήρα στιβαρό, χωρίς κανένα ιδιαίτερο προσωπικό στοιχείο, που αποπνέει δύναμη και φόβο.

Όταν παίζει κανείς ένα ομαδικό παιχνίδι, π.χ. ποδόσφαιρο, τότε μπορεί να αναπτυχθεί και το προσωπικό στοιχείο. Σ’ αυτό ο ποδοσφαιριστής μπορεί να αναπτύξει τις ιδιαίτερες ικανότητές του, να σκεφτεί, να φανταστεί, να συνεργαστεί όπως νομίζει, ακόμη να κάνει λάθος. Έτσι αναπτύσσεται η προσωπικότητά του, η φαντασία του, η λογική του, η συνεργατικότητά του, κ. ά. Μπορεί δηλαδή να εκφράσει στοιχεία του είναι του, να εκφράσει το πρόσωπό του μέσα στην ομάδα.

Για κάθε πρόβλημα στο στρατό, υπάρχει επομένως πάντα μόνο μια λύση. Την λύση την γνωρίζει και την προτείνει μόνο ο επικεφαλής. Όταν αρνείσαι να εκτελέσεις αυτή τη μοναδική λύση, είσαι έξω από το πνεύμα του στρατού, έξω από τους κανονισμούς του. Τότε κάνεις λάθος, παράπτωμα, ανταρσία και αυτά ποτέ δεν επιτρέπονται. Οι ασκήσεις ακριβείας λοιπόν σε διαπαιδαγωγούν να χάσεις το προσωπικό σου στοιχείο, οπότε δεν κάνεις ποτέ … λάθος!

2. Η υποχρεωτική προσευχή.

Ένας άλλος τέτοιος μηχανισμός είναι οι υποχρεωτικές προσευχές. Τότε που «όλοι μαζί», κάτω από μια σειρά προκαθορισμένων κινήσεων, κλίνουμε «προς ανατολάς», βγάζουμε το κράνος, δεν μιλάμε και στεκόμαστε προσοχή. Είμαστε λοιπόν έτοιμοι να ακούσουμε ένα μονόλογο από ένα μαγνητόφωνο ή από ένα φαντάρο που λειτουργεί ως μαγνητόφωνο.

Δεν έχουν σημασία το τι νόημα έχουν τα λόγια, αρκεί να κάθεσαι να κάνεις πως τα ακούς, χωρίς καμιά προσωπική συμμετοχή. Είναι ένας μηχανισμός, όπου δηλαδή αρνείσαι ό,τι προσωπικά ιερό διαθέτεις. Αρνείσαι την προσωπικότητά σου. Και αποδέχεσαι κάτι ιδεαλιστικό και μεταφυσικό, που δεν μιλά στη καρδιά σου.

Αυτό το σπάσιμο του ιερού, γίνεται και το πρωί και το βράδυ. Και ενώ το πρωί, έχει επίσημο χαρακτήρα, γιατί είναι και οι ανώτεροι παρόντες, το βράδυ που οι περισσότεροι απουσιάζουν στα σπίτια τους, οι φαντάροι συνεχίζουν έστω και λασκαρισμένα, την ίδια αυτή ιστορία, με την εποπτεία ενός λοχία ή δεκανέα.

Το ίδιο πνεύμα έχουν φυσικά και οι υποχρεωτικοί εκκλησιασμοί, οι υποχρεωτικοί αγιασμοί στην πρώτη του κάθε μήνα, οι «σχεδόν» υποχρεωτικές εξομολογήσεις. Λέω σχεδόν, αφού έχουν ως βασικό κίνητρο για την προσέλευση την απαλλαγή από ασκήσεις ή αγγα­ρείες της ημέρας εκείνης. Φυσικά το πακέτο συμπληρώνεται και με την ακρόαση των υποχρεωτικών ηθικοθρησκευτικών νουθεσιών…

3. Μηχανισμοί «χωρίς νόημα».

Ένας άλλος μηχανισμός που οδηγεί στην αποπροσωποίηση είναι οι επιφανειακοί μηχανισμοί, δηλαδή οι λεγόμενοι «χωρίς νόημα». Παρ’ όλο που έχουν βέβαια ένα βαθύ και κρυμμένο νόημα. Ένας τέτοιος μηχανισμός «χωρίς νόημα», είναι η λεγόμενη αποψίλωση. Όλο το καλοκαίρι τα απογεύματα αντί οι φαντάροι να παίζουν κάποια παιχνίδια, να διαβάσουν ένα βιβλίο, να ξεκουράζονται ή να σκέφ­τονται και να αναπολούν, καλούνται να ξύνουν τα χορταράκια της μονάδας. Όταν ακόμη τα έχουν όλα ξυρίσει, αρχίζουν ξανά από την αρχή μ’ αυτά που φυτρώνουν. Είναι ένας τρόπος πολύ σπαστικός, κάτω από την τρομερή ζέστη του καλοκαιριού, αφού κάνεις δουλειές χωρίς νόημα.

Βέβαια δημιουργούνται αντιδράσεις, αλλά ο μηχανισμός αυτός λειτουργεί παντού, είτε υπάρχουν χορτάρια (επικίνδυνα για πιθανή πυρκαγιά), είτε όχι. Είτε δεν έχουν καθαριστεί, είτε έχει φαγωθεί και το χώμα. Στο ίδιο πνεύμα βρίσκεται και η απαγόρευση της ξεκούρασης σε ώρες που δεν επιτρέπει ο κανονισμός, ανεξάρτητα αν δεν έχεις τίποτα να κάνεις.

Συχνά αυτό παραβλέπεται, αλλά ξαφνικά πέφτουν τιμωρίες, γιατί αυτή τη ξεκούραση δεν επιτρέπεται. Είναι μια κούραση χωρίς νόημα, αλλά η πειθαρχία πάνω απ’ όλα βλέπετε. Δεν έχεις λοιπόν το δικαίωμα, ούτε σαν βιολογικός οργανισμός .να λειτουργήσεις, σε ώρες κενές εργασίας…

4. Ελεύθερες … «τσόντες»!!!…

Ένας άλλος περίεργος κανονισμός είναι αυτός, που απαγο­ρεύει την μελέτη πολλών βιβλίων και εντύπων. Κι ο στρατός βέβαια απαγορεύει όσα έντυπα νομίζει ότι δημιουργούν καινούργιους προβληματισμούς. Επιτρέπει όμως αυτά που είναι αποδεκτά από την κυρίαρχη αντίληψη, όπως μερικά πα­νεπιστημιακά ή θρησκευτικά βιβλία. Βέβαια μερικές φορές οι επιβλέποντες κάνουν λάθος εκτίμηση για το περιεχόμενο, μα αυτό δεν έχει και πολλή σημασία

Επιτρέπει όμως ελεύθερα τις αθλητικές εφημερίδες και οπωσδήποτε κάνουν τα «στραβά μάτια» στις «τσόντες, που ναι μεν τις «απαγορεύει» λόγω ηθικολογίας, τις επιτρέπει όμως ως χάρη, για να βρίσκει μ.. διέξοδο το υποταγμένο ερωτικό στοιχείο…

5. Έξοδοι – Άδειες.

Ενός άλλος σημαντικός μηχανισμός πού οδηγεί τον φαν­τάρο στην αποπροσωποίηση είναι ο τρόπος που μπορεί να πάρει έξοδο ή άδεια. Για να βγεις έξω στην ανοικτή κοινωνία, θα βγεις ντυ­μένος με την ειδική στολή εξόδου, ξυρισμένος, γυαλισμένος, σιδερωμένος…

Αλλά κυρίως πρέπει να περάσεις πρώτα από ειδικό ελεγκτή εξόδου, για την επιθεώρηση εξόδου. Θεωρείσαι τόσο ανώριμος για έξοδο, ώστε για την εμφάνισή σου χρειάζεσαι προέγκριση… ειδικού.

6. Σκοπιές.

Φυσικά δεν μπορούμε να παραλείψουμε τις συνεχείς σκοπιές. Συχνά μια σκοπιά είναι δίχως νόημα, αφού δεν υπάρχει κάποιος ιδιαίτερος κίνδυνος. Χρησιμοποιείται για να διαπαι­δαγωγείσαι πάντα σε μια επιφυλακή, να μην ξεκουράζεσαι, να σηκώνεσαι τη νύχτα περιμένοντας κάποιον «εχθρό».

Το τραγι­κό είναι ότι αυτόν πού περιμένεις είναι ο στρατιωτικός που θα έλθει από το στρατόπεδο να σου κάνει επιθεώρηση και όχι έξω απ’ αυτό, για εξάσκηση. Ένα γελοίο πράγμα πού σπάει ακόμη περισσότερο την προσωπικότητα του φαντάρου.

7. Ασκήσεις.

Είναι γεγονός, πώς οι πιο δυνατοί μηχανισμοί που σπάνε τη προσωπικότητα είναι οι μηχανισμοί των ασκήσεων με τα όπλα. Μέσα από’ αυτές νοιώθεις την απειλή του πολέμου, ανεξάρ­τητα αν υπάρχει. Εσύ ζεις σαν να υπάρχει πόλεμος, ζεις δηλ. σε μια κατάσταση τέτοια, που είσαι αποκομμένος από τις κοινω­νικές διεργασίες.

Δεν σ’ «ενδιαφέρει» ποιες διεργασίες έχει η κοινωνία και το κράτος, αλλά ότι εσύ είσαι σαν σε πόλεμο. Κι έτσι, είσαι αποκομμένος απ’ τις άλλες λειτουργίες της πραγματικής κοινωνικής και πολιτικής ζωής. Νομίζω ότι αυτό είναι ανεξάρτητο, αν αυτές γίνονται πιο επιστάμενα κοντά στα σύνορα, απ’ ότι στο εσωτερικό της χώρας.

8. Η ιεραρχία.

Ένας σημαντικός μηχανισμός με τον οποίο οδηγείται κα­νείς πάλι στην αποπροσωποίηση είναι η Ιεραρχία που έχει ο στρατός. Δεν έχεις δικαίωμα να κάνεις τίποτα άλλο, παρά ότι θα σου επιτρέψει ο ανώτερος, Δεν σου επιτρέπεται να ζητήσεις τίποτα, αν δεν περάσει πρώτα από την Ιεραρχία. Αυτή επιβάλει διαδοχι­κά τις αποφάσεις της.

Οι συνεχείς αναφορές και η συνεχής καταμέτρηση των φαν­τάρων λειτουργούν μ’ ένα τρόπο που δείχνουν, πως δεν μπο­ρείς να ξεφύγεις απ’ αυτή τη κατάσταση, παρά να είσαι εκεί που σ’ έχουν τάξει. Μάλιστα είναι γεγονός πως ο μηχανισμός των κρατήσεων, της φυλάκισης, του πειθαρχείου, πού ίσως βέβαια να μην λειτουργεί τόσο πολύ σήμερα, μάλλον για λόγους εκτόνωσης, εκτός από το αποτέλεσμα της υποταγής, επιφέρουν επιπλέον αύξηση της θητείας, απ’ όσο προβλέπεται απ’ το νόμο.

Είναι έν­ας μηχανισμός με τον οποίο προσπαθούν να τσακίσουν τις διά­φορες αντιδράσεις και έτσι ο φόβος αυτός λειτουργεί σαν εξα­σφάλιση από την αντίδραση. Το αποτέλεσμα είναι ο φαντάρος να μην έχει άλλο τρόπο να διαλέξει, παρά την ένταξη του στην αποπροσωποίηση. Εκεί οδηγείται απ’ όλους τους μηχανι­σμούς, αν δεν οδηγηθεί στη ζωή της αμφισβήτησης και επομένως της πολύ πιθανής τιμωρίας.

Είναι σημαντικό να τονιστεί πως και έξω από το στρατόπεδο λειτουργεί η αστυνόμευση της «στρατονομίας», που αναγ­κάζει το στρατιώτη να υποτάσσεται στους «κανονισμούς» σε κάθε του προσωπική εκδήλωση. Έτσι επιτείνεται τόσο η αποπροσωποίηση και η έλλειψη εκφραστικότητας όσο και η απόσταση ανά­μεσα σε συναδέλφους. Θα μπορούσαμε ίσως να αναφέρουμε και άλλους μηχανισμούς αποπροσωποίησης, αλλά νομίζω πως δεν έχει τόση σημασία ποιοι είναι όλοι αυτοί οι μηχανισμοί, αλ­λά το κυρίως ότι υφίστανται και λειτουργούν.

Μέσα, λοιπόν, απ’ αυτές τις διαδικασίες πετυχαίνεται μια διαπαιδαγώγηση η οποία ξεκινάει από τα βιολογικά αντανακλα­στικά και οδηγείται σταδιακά προς τα ψυχολογικά και κορυφώνεται στα πνευματικά αντα­νακλαστικά του φαντάρου. Έτσι μέσα απ’ αυτή τη διαπαιδαγώγηση φτάνει ο νέος άνθρωπος στην αποπροσωποίηση. Αποπροσωποίηση που οδηγεί δηλαδή στην ανέραστη ζωή.

Δ. Το κίνημα των φαντάρων – τάσεις και τακτικές.

Σημάδια: Τελευταία, όλο και περισσότερο στην κοινωνία υπάρχει η αίσθηση ότι δυναμώνει ένα κίνημα από τους φαντάρους πού συνειδητοποιούν τις αντιφάσεις και τον κοινωνικοπολιτικό ρόλο του στρατού. Πες μας μερικά πράγματα για το πως ζεις εσύ αυτό το κίνημα.

Φαντάρος: θα πούμε ορισμένα πράγματα για το πως σχηματικά είναι δυνατό ν’ αντιδράσουν οι φαντάροι, θέλω όμως να προσθέσουμε, ότι υπάρχει μια μερίδα φαντάρων που δεν αντιδρούν. Αυτή δηλαδή, που τουλάχιστον φαινομενικά κάνει πώς αποδέχεται το τρόπο ζωής που επι­βάλει ο στρατός.

Είναι γεγονός πως λίγο ή πολύ, όλες οι τάσεις αποδέχονται ορισμένα πράγματα του στρατού, τουλάχι­στον επιφανειακά. Από κει και πέρα, ό,τι γίνεται, γίνεται κυρίως σε επίπεδο αντί­δρασης ή κάποιας οργανωμένης και με­λετημένης, αν όχι αντίδρασης, αλλά τακτι­κής με την οποία επιδιώκονται κάποιοι προγραμματισμένοι στόχοι.

1. Η πρώτη αντίδραση.

Στην πρώτη περίπτωση – την αντίδρα­ση – γίνονται πράγματα ναι μεν αμελέτητα και απρογραμμάτιστα, αλλά γίνονται περισσότερο για να εξασφαλιστεί ψυχο­λογικά το εγώ, το προσωπικό εγώ του φαντάρου, πράγμα το οποίο βέβαια βοη­θά αρκετά να μην «σπάσει» ο φαντάρος.

Π. χ, το να φεύγει με τις φόρμες από το στρατόπεδο, σε όσα τάγματα μπορεί να γίνεται βέβαια, να βγαίνουν έξοδο, χωρίς να περνάνε από τη διαδικασία της «επιθεώρησης των εξοδούχων», πράγμα που παίζει κατασταλτικό ρόλο. Έτσι λέει από μέσα του ο φαντάρος, «να που υπάρχουν στιγ­μές, που μπορώ να κάνω κάτι πού νοιώθω, ανεξάρτητα κι αντίθετα από τον τρόπο που επιθυμεί ο στρατός».

Τέτοιες αντιδράσεις μπορούν να γί­νουν και στη λεγόμενη αποψίλωση, όπου οι φαντάροι, αφού κόψουν μερικά χόρτα τον πρώτο καιρό αρχίζουν και «λουφάρουν». Το ίδιο κάνουν και σε πολ­λές «αγγαρείες», αναγκαίες για να ζήσει κα­νείς στο στρατό, όπως τα πλύσιμο των δί­σκων και καζανιών, καθάρισμα στις πατάτες, κλπ.

Για έναν που βλέπει τα πράγματα πιο μελετημένα και πια ψύχραιμα, ορισμένες απ’ αυτές τις αντιδράσεις ίσως να δημιουργούν περισσό­τερα προβλήματα, όχι μόνο στους ίδιους τους φαντάρους, αλλά και στην προοπτική να ξεπεραστούν ορισμένες άσχημες καταστάσεις στο στρατό.

Γι’ αυτούς όμως πού κάνουν αυτήν την αντίδραση, για κείνη τη φάση βέβαια, λειτουρ­γούν θετικά κι εκφράζουν μια πραγματι­κότητα. Είναι σημαντικό εδώ να πούμε πως η μερίδα αυτή αψηφά, κυρίως αυθόρ­μητα κι ασυνείδητα, όλες τις πιθανότητες της τιμωρίας που μπορεί να ξεκινά από απλή κράτηση ή επίπληξη, μέχρι φυλακή και πειθαρχείο, όπου αυτό υπάρχει ακόμη και συντηρείται.

Κι αυτός ο φόβος της φυλακής είναι αυτός που διαχέεται πολύ επιστημονικά μέσα στο στρατό και φυσικά συντηρείται από τους ίδιους τους στρατιωτικούς. Φαίνεται ότι είναι η βασική μέθοδος για να ο μηχανισμός αποσυμπίεσης της συνεί­δησης του φαντάρου, αφού έχει μάθει – κι εδώ είναι το πιο σημαντικό – πως ο στόχος του είναι να πάρει απολυτήριο και μάλιστα όσο το δυνατό πιο γρήγορα, χωρίς καθυστερήσεις από … φυλακές.

2. Η αλλοτριωτική φυλακή.

Το να πάρεις απολυτήριο όσο το δυνα­τόν πιο σύντομα, σημαίνει ότι κάνεις τα αδύνατα δυνατά να μη φας φυλακή. Επομένως για να απολυθείς πιο σύντομα, πρέπει να κάνεις αυτά που σου λένε, να εκτελείς όλες τις διαταγές ανεπιφύλακτα.

Αν λοιπόν συμπεριφέρεσαι έτσι, λειτουργεί μέσα σου ο μηχανισμός του στρατού. Αυτός που ρισκάρει να φάει φυλακή, αντιδρά στο μηχανισμό του στρατού, «απειθαρχεί», επομένως ρισκάρει τη φυ­λακή, ρισκάρει την τιμωρία, ρισκάρει να μην απολυθεί τόσο γρήγορα.

Όποιος όμως διακινδυνεύει, μπορεί να απολυθεί λίγο ή πολύ αργότερα. Αυτό όμως σημαίνει γι’ αυτόν ότι δεν τον ενδιαφέρει τό­σο η ποσότητα του χρόνου που θα «υπη­ρετήσει» από κάποια στιγμή και μετά, όσο η «ποιότητα», για όσο καιρό θα είναι στο στρα­τό. Κι αυτό είναι πολύ σημαντικό για την αυτοεκτίμησή του και την προσωπικότητά του.

Το πρόβλημα βέβαια είναι ότι παρατηρείται σε μια σειρά από φαντάρους τάση αποφυ­γής της φυλακής. Είναι γεγονός πως τους πρώτους μήνες στο στρατό φυλάγεσαι από χίλιες δυο κακοτοπιές. Αυτό γίνεται επειδή μπαίνεις με την αντίληψη να τελειώσεις γρήγορα το στρατιωτικό οπότε λειτουργούν αυτοί οι μηχανισμοί μέσα σου πολύ πιο δυνατά. Όμως κάποτε βλέπεις πως αυτή η αντί­ληψη έχει ξεχάσει κάτι πολύ σημαντικό: Την ποιότητα ζωής.

3. Ποιότητα ζωής ή εκσυγχρονιστικά αιτήματα;

Όταν λέμε ποιότητα ζωής, δεν αναφε­ρόμαστε σε θέματα καθαρά τεχνοκρατικά, όπως το φαγητό και η τηλεόραση, αλλά για αληθινές εκδηλώσεις και όχι διαλεγμένα πράγματα, πραγματικές συζητήσεις, κ.α.. Άρα μιλάμε για ποιότητα αληθινή και αυθεντική.

Αυτή την έλλειψη τη κατανοεί πλήρως ο φαντάρος μετά τους 6-7 μήνες. Όταν πια οι μηχανισμοί που αναφέραμε έχουν μπει μέσα του και τον έχει σφίξει. Τότε βέβαια αντιδρά, αν είναι ακόμα ψυχολογικά ζωντανός. Διαφορετικά, παραμένει στη μόνη τακτική, που οδηγεί στο να μη φάει φυλακή.

Είναι οδυνηρό βέβαια μ’ αυτό τον τρόπο, ότι δηλαδή να λειτουργείς έτσι, ώστε να επιδιώκεις σώνει και καλά να μη φας φυλακή. Αυτός ο τρόπος συμπεριφοράς σημαίνει πως ο στρατός για σένα είναι ένα περιθώριο, οπότε το μόνο που θέλεις είναι όσο το δυνατόν πιο σύντομα να ξαναμπείς στην ανοικτή κοινωνία.

Έτσι όμως ξεχνάς βέβαια με ποιες προϋποθέσεις θα επιστρέψεις, πως δηλαδή θα ενταχθείς πάλι, όντας πια ήδη σχετικά αλλοτριωμένος.

Σημάδια: Ένα σημείο που είναι ανάγκη ίσως να αναφερθούμε, είναι η στάση και η τακτική των πολιτικών νεολαιών και ομά­δων μέσα στο στρατό.

Φαντάρος: Οι άλλες αντιδράσεις πού γί­νονται πιο συνειδητά, φαίνεται καθαρά ότι γίνονται από νέους οργανωμένους σε κά­ποιες πολιτικές νεολαίες, οπότε έχουν και κάποιους πολιτικούς στόχους.

Ένας τέτοιος στόχος αυτός μπορεί να είναι ο ίδιος, δηλ. η σύντομη απόλυση, ώστε να εργαστούν «πολιτικά» μέσα στην ανοικτή κοινωνία κι όχι στο στρατό. Στις περιπτώσεις αυτές κάνουν τα αδύνατα δυνατά, να μη φάνε καμιά φυλακή, ρισκάροντας.

4. Οι οργανωμένοι και οι … κακοτοπιές.

Είναι παρατηρημένο ότι οι οργανωμένοι νέοι ότι λειτουργού πολιτικά έτσι, ώστε συνήθως να μη τρώνε εύκολα φυ­λακή. Σ’ αυτό παίζει βέβαια έναν ιδιαίτερο ρόλο σημαντικό, το ότι έχουν (προ)-μελετήσει τα πράγματα. Δεν δρουν δηλαδή τόσο αυθόρμητα, όπως οι ανένταχτοι, εκτός και αν πιεστούν σαν πρόσωπα. Η γε­νική τακτική είναι όμως να φυλάγονται από τις κακοτοπιές.

Πάντως οι περισσότερες πολιτικές νεολαίες που έχουν μέλη στο στρατό φαίνεται να ακο­λουθούν μια στρατηγική, που μπορεί να πει κανείς πως είναι αρκετά εκσυγχρονιστική. Εδώ να εξαιρέσουμε τους δεξιούς νέους, που και λόγω ιδεολογίας, ακολουθούν τη τακτική να απολυθούν σύντομα, οπότε τρέχουν να βολευ­τούν όσο το δυνατόν καλύτερα στους μηχανισμούς του στρατού.

Και αυτό γίνεται όχι τόσο ως πολιτική απόφαση των οργανώσεών τους, όσο είναι μια στρατηγική που κυκλο­φορεί αυθόρμητα ως αντίληψη. Όπως έχουμε ήδη εννοήσει, αυτή κυκλοφορεί βέβαια και σε άλλους νέους, που δεν είναι τόσο συνειδητοποιημένοι, αλλά πιθανά να πρόσκεινται και σε λεγόμενες «προοδευτικές» νεολαίες.

5. Η νεολαία του ΠΑΣΟΚ.

Σήμερα για παράδειγμα οι νέοι του ΠΑΣΟΚ περιμένουν να λύσει τα προβλήματα άρα δεν ασχολούνται και πολύ με τα προβλήματα του στρατού. Θα τα λύσει η κυβέρνηση (λένε). Και η κυβέρνηση βέβαια τι να λύσει στο στρατό, αφού μόνο ορισμένα πράγματα μπορεί να εκσυγχρονίσει, π.χ. να βγαίνουν με πολιτικά οι φαντάροι (στις άδειες και εξόδους).

Δεν αφήνει όμως να διαβάζουν εφημερίδες πολιτικές, ενώ διαβάζονται από τους στρατιωτικούς, όπως όλοι υποθέτουμε ή γνωρίζουμε. Ενώ βέβαια αυτό ήδη γίνεται, προπαγανδίζουν υπέρ της κυβέρνησης, ότι δηλαδή σταδιακά θα εκσυγχρονίσει τα πράγματα για τους φαντάρους. Και επιχειρηματολογούν, λέγοντας ότι αυτά δεν μπορούν να εφαρμοστούν αμέσως, αλλά μόνο αργά και σταδιακά.

6. Η νεολαία της ΚΝΕ.

Η άλλη νεολαία, δηλαδή η ΚΝΕ, μπορεί κανείς πως ακολουθεί μια τακτική αντικυβερνητική. Προπαγανδίζει δηλαδή αντίθετα από την πολιτική της κυβέρνησης, γιατί δεν μειώνει την θητεία στους 20 μήνες, όπως έχει υποσχεθεί.

Την κριτικάρει επίσης για τα προβλήματα στα ζητήματα της στέγασης, της διατροφής, της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, της ψυχαγωγίας, κ. λ. π. Όλα αυτά κάνοντας περισσότερο μια προπαγάνδα, παρά δημιουργώντας ένα κίνημα, επειδή τα θεωρούν αναγκαία για βελτίωση.

Γιατί ενώ είναι αληθινά ως προβλήματα και σημαντικά για κάθε φαντάρο, επειδή ήδη αυτός ταλαιπωρείται και κουράζεται υπερβολικά στις μονάδες. Νομίζουμε όμως πολλοί φαντάροι πως το πιο σημαντικό είναι να μη περιμένεις να στα δωρίσει μια κυβέρνηση, όσο να λειτουργείς εσύ έτσι ώστε να επιταχύνεις αυτές τις εξελίξεις.

Μπορείς επίσης και να βιώνεις μερικά πράγματα και να τα επιβάλλεις στην καθημερινότητα μέσω επιμονής ή αντιδράσεων, όπως έγινε ντε φάκτο με την αποδοχή μουσικών οργάνων για αυθόρμητες εκδηλώσεις όταν ξεκλέβουμε χρόνο.

7. Να διεκδικούμε δυνατότητες ελευθερίας.

Το ζήτημα είναι όταν μιλάμε για κίνημα διεκδικητικό, να διεκδικούμε δυνατότητες ελευθερίας, έκφρασης και όχι μόνο διεκδικήσεις σε δευτερεύοντα θέματα, όπως π.χ. καλύτερο φαγητό, χρόνο για τηλεόραση, κ. λ. π.. Το κύριο ζήτημα είναι δηλαδή να κερδίσει ένα διεκδικητικό κίνημα ελευθερίες στο στρατό. Γιατί μόνο τότε μπορεί να ζήσει πιο αυθόρμητα ο φαντάρος, να αναπτυχθούν οι διαπροσωπικές σχέσεις.

Και ήδη μέσα από τέτοιες προσπάθειες οργανωμένες ή αυθόρμητες, διασκεδάζουν στις εξόδους μαζί οι φαντάροι ή δημιουργούν «αντισώματα» στη ζωή τους μέσα και έξω από τους θαλάμους. Και αυτά ανεξάρτητα από την πίεση που δέχονται από τους υπαξιωματικούς ή δόκιμους.

Ένα όμως οργανωμένο διεκδικητικό κίνημα θα μπορούσε να ζητήσει περισσότερες ελευθερίες. Να μπορούν π.χ. να κάνουν με άνεση κριτική σε ορισμένα προβλήματα της καθημερινότητας ή τέλος πάντων τουλάχιστον για ζητήματα που δεν έχουν καθαρά στρατιωτικό χαρακτήρα.

8. Εδώ και τώρα δημιουργία.

Αλλά αυτά δεν πρέπει να διεκδικούνται με ιδεολογικό τρόπο, για ζητήματα που πρέπει κάποτε να σου χαρίσει μια κυβέρνηση. Αλλά να δημιουργείς εδώ και τώρα συνθήκες και προϋποθέσεις, ώστε να πιέζεται ή και να εξαναγκάζεται η κυβέρνηση να τα εφαρμόσει. Κλασικό παράδειγμα τέτοιας αποτελεσματικότητας είναι η έξοδος με τα πολιτικά ρούχα.

Δεν ήταν απλά ένας εκσυγχρονισμός, αλλά μια ανάγκη που αναδείχτηκε, και νομοθετεί η κυβέρνηση, αφού δεν μπορούσε να κάνει διαφορετικά. Άλλο αν καταλήξει, αν σταματήσουμε την διεκδικητική στρατηγική, να μας «χρυσώσει το χάπι».

Ένα ζήτημα σημαντικό που είναι σημαντικό να πάρει διεκδικητικό χαρακτήρα είναι να έχει πλήρη και σαφή γνώση ο φαντάρος, ευθύς εξ αρχής, τα δικαιώματά του και το περιεχόμενο του στρατιωτικού κανονισμού, ώστε να προσανατολίζεται και να ξέρει να ενεργεί ενσυνείδητα. Να γνωρίζει δηλαδή τι είναι επιτρεπτό και τι όχι, ώστε να έχει επίγνωση για τις συνέπειες, όταν ρισκάρει να αντιδρά, προσωπικά ή ομαδικά.

Να μη τον μαθαίνει λοιπόν αφού προηγούμενα έχει περάσει άσχημες μέρες. Έτσι θα μπορεί να έχει άποψη π.χ. γύρω από τα «καψόνια», ποια είναι νομιμοποιημένα και ποια όχι. Γιατί πολλές φορές πρώτα τα υφίσταται, και κατόπιν μαθαίνει για την νομιμότητά τους…

Είναι σημαντικό να μαθαίνει τα δικαιώματά του επομένως διαβάζοντας τον κανονισμό και να του δίνεται αμέσως μόλις καταταχθεί. Να μοιράζεται δηλαδή δωρεάν και επομένως ο νέος φαντάρος να μην είναι έρμαιο του κάθε δεκανέα ή παλιού αγριεμένου φαντάρου, εκτελώντας απίθανες εντολές…

9. Κάποιες αξιομνημόνευτες προσπάθειες.

Υπάρχει μια σειρά από νέους, που δεν έχει σχέση με τα μεγάλα κόμματα, τα οποία ακολουθούν μια εκσυγχρονιστική τακτική. Οι νέοι αυτοί προσπαθούν συνειδητά να κάνουν κάτι άμεσα δημιουργικό ή να δημιουργήσουν πυρήνες μέσα στο στρατό, που να λειτουργούν αντισώματα ψυχαγωγίας, σχέσεων, βιβλίων κριτικής.

Έτσι παλεύουν να δημιουργηθεί ένα διεκδικητικό κίνημα, που θα προσπαθήσει να προσανατολιστεί σωστά γύρω απ’ αυτά τα ζητήματα. Αυτό βέβαια είναι πολύ σημαντικό να ξεκινήσει και να αναπτυχθεί, αλλά ακόμα είναι ζητούμενο σε μεγάλη κλίμακα.

Σημάδια: Είναι όμως γεγονός, ότι η αυταρχική δομή του στρατού δεν αλλάζει εύκολα. Υπάρχει δυνατότητα οι φαντάροι σήμερα να υπερβαίνουν αυτή την «κυριαρχία» των μηχανισμών του στρατού πάνω τους; Και τι, τέλος πάντων, «μετράει» θετικά στη ζωή του φαντάρου;

Φαντάρος: Λέγοντας όλα αυτά, δεν αναλύσαμε σ’ όλο το φάσμα το ζή­τημα του στρατού. Απλά μια πλευρά του προσπαθούμε ν’ αγγί­ξουμε. Εξ άλλου όλη η κοινωνία έχει σαν κυρίαρχο στοιχείο στο κορμί της την αυταρχικότητα και τυραννία.

Φυσικά σε άλ­λο επίπεδο και με πιο έντονες, σαφείς και οργανωμένες δυνα­τότητες εναλλακτικών αντιδράσεων και ξεπεράσματος, σε σχέση με την κλειστή κοινωνία του στρατού. Οι φαν­τάροι, μα και όλοι οι στρατιωτικοί, λίγο-πολύ, είναι «θύματα», πιο φανερά στη θέα, της ίδιας κοινωνίας, που «γεννάει» όλους μας…

Όλοι δηλαδή είμαστε ενταγμένοι σε μια συλλογική κατα­πίεση. Ζούμε όλοι μέσα σε ένα ομαδικό «ασυνείδητο», που λειτουργεί πάνω μας και μέσα μας. Απλά στο στρατό γίνεται πολύ πιο καθαρό, αρκετά έντονο και ισχυρό, επιτακτικό και οξύμωρο. Με μια διαφορά: Ότι τελικά τα κορμιά και οι ψυχές των φαντάρων είναι ο στόχος του «Μεγάλου Σχολείου», που λέγεται στρατός…

10. Για μια μη φανατική αντίληψη…

Μπορούμε έτσι να έχουμε αυτή την μη φανατική αντίληψη. Γιατί η ευθύνη δεν βρίσκεται ακέραια ούτε μόνο στους στρατιωτι­κούς, ούτε μόνο σ’ αυτές τις δομές του στρατού, μα ούτε μόνο σ’ αυτές της κοι­νωνίας. Είναι πολύ βαθύτερη…

Έτσι μπορούμε να δούμε ταπει­νά τους εαυτούς μας κατά πόσο είμαστε αληθινοί ή ψεύτικοι, αυθεντικοί ή αλλοιωμένοι. Και τότε μπορεί να μας χαρισθεί η αλλαγή πορείας και η πιθανότητα να οδηγηθούμε σε μια άλλη στάση ζωής, προσωπικής και κοινωνικής ταυτόχρονα.

Πιστεύω έντονα – και το ένοιωσα αρκετά στην μέχρι τώρα στρατιωτική μου εμπειρία – πως αυτή η στάση, ανοίγει και διέξοδο πολιτικό δρόμο και προσωπική φανέρωση. Χαρίζει βέβαια και τη δυνατότητα για αλ­λοίωση πολιτική των δομών και θεσμών στο στρατό.

Αναιρεί την απολυτότητα της κυριαρχίας. Αναπτύσσει την συναδέλφω­ση και οδηγεί σε βιώσιμη προοπτική του αυθόρμητου «κινήμα­τος» των φαντάρων. Και τελικά συγκροτεί την ελπίδα για ένα στρατό αλλιώτικο, που να βασίζεται στην κατεργασμένη αληθι­νά συνοχή των μαχητών, στο συνδυασμό αυθόρμητου και μελε­τημένου, στην ανάδειξη των ηγετών από τα κάτω.

Μα πάνω απ’ όλα στο σεβασμό του προσώπου. Και αν δεν φαντάζει έτσι «συμπαγής», θα είναι όμως αληθινός. Τέτοιος ήταν το ’21 και το ’40, αφού είχε αποδεκτούς λαϊκούς και εθνικούς στόχους.

Παράλληλα τούτη η άλλη στάση δημιουργεί το εσωτερικό δυναμικό για. υπέρβαση και ξεπέρασμα στο «εδώ και τώρα» των επιφανειακών και αλλοτριωτικών σχέσεων ανάμεσα στα πρόσω­πα των στρατιωτικών και στους ψυχρούς μηχανισμούς.

Γιατί προωθεί μια σχέση αφομοίωσης του αυταρχικού πνεύματος σε ασκητική αποδοχή, της α-νοησίας του χρόνου σε αυτοσυγ­κέντρωση, δημιουργία ή προσευχή, της ατομοκρατίας σε ευκαιρίες προσωπικών σχέσεων, της μηχανοκρατίας σε αναστεναγμό και αναζήτηση του κάλλους του προσώπου…

11. Το μεγάλο ερώτημα.

Όμως αναρωτιέμαι: Πόσο και μέχρι πότε θα καταφέρνουμε να «στεκόμαστε» σήμερα έτσι, αφού ζούμε σε από-σταση από την «Πηγή» που τροφοδοτούσε αληθινά όσους αληθινούς στον τόπο μας – και αλλού φυσικά;

Ξέμακροι από την Ζωή των Αγίων και των ζωντανών κοινοτήτων ίσως δεν μας μένει, παρά η θεώρηση του χάους μας, η ελπίδα στη χάρη Εκείνου, έστω στα σκιρτήματα του Πνεύματος μέσα μας…

Και όσο το Θείο Έρωτα ζούμε, τόσο την ανέραστη ζωή του στρατού μεταμορφώνουμε τόσο τούτος ο στρατός χάνεται στα βάθη της ιστορίας… Μακριά απ’ αυτό το πνεύμα όμως αναρωτιέμαι, μήπως απλά συνεχίζουμε το εναγώνιο δράμα, να γεμίζουμε δηλαδή τον «Πίθο των Δαναΐδων»….

[i] Συνέντευξη του Π. Μ. τον Νοέμβριο του 1982 στο Γ. Χ., μέλος της συντακτικής επιτροπής του περιοδικού «Σημάδια».

[ii] «Σημάδια», τ. 2, 10-12-82, σελ. 26-30.

[iii] Σημάδια, διπλό τ. 3-4, Μάρτης 83, σελ. 32-35.

3 Σχόλια

  1. άλλαξαν πολλά από τότε, πολλά όμως μένουν κυρίως οι αντιφάσεις του στρατού και το απρόσωπο στοιχείο που καλλιεργεί.
    Το ερώτημα όμως που θα κληθούμε να απαντήσουμε ρεαλιστικά (γιατί στο θεωρητικό συμφωνούμε) και για όσο υπάρχει αυτό το πολιτικο-κοινωνικό πλαίσιο:
    «Θέλουμε έναν στρατό εφέδρων πολιτών κατά κύριο λόγο, ή στρατό επαγγελματιών (του οποίου ιδιαίτερα τις κατώτερες θέσεις θα στελεχώνουν οι απόκληροι και ευκόλως διαχειρίσιμοι) ;

Σχολιάστε