Του Φιλαλήθη
Ι. Εισαγωγικά
Ένα πρόβλημα μέγα της σημερινής «προοδευτικής» και ριζοσπαστικής κοινωνικά διανόησης είναι, μαζύ με αυτή μεγάλου μέρους του «αναρχοαυτόνομου»/ νετσαγεφικού κατ’ ουσία χώρου, – δανείζομαι τον όρο από τον Β. Ραφαηλίδη -, ότι απόζει από την ίδια δυσωδία εν σχέσει με το κατεστημένο. Αυτή η «δυσωδία» είναι, για να θυμηθούμε λίγο και τον Μαρξ και τις ασφυκτικά ταξικές του, και αντιπερσοναλιστικές[1] άρα, κατηγοριοποιήσεις, η του αστικού και «μικροαστικού ρασιοναλισμού». Αυτή της μεταφυσικής του Λόγου.
Ο ίδιος ο τέκτονας και αστός επαναστάτης Μαξιμιλιανός Ροβεσπιέρος γνωρίζουμε από τον Π. Κανελλόπουλο[2], ότι λάτρευε μία «εκδιδόμενη επί χρήμασι» γυναίκα που παρίστανε την θεότητα του Λόγου-Ratio στην Παναγία των Παρισίων, στην «αγία Τράπεζα» του χώρου. Θα μπορούσαμε να πούμε, ότι ο Διαφωτισμός υπήρξε πράγματι η εποχή όπου άνθισε ιδιαίτερα αυτή η φιλοσοφία, η λεγόμενη φιλοσοφία των Φώτων, και η «μισαλλόδοξη θρησκεία του Λόγου», όπως επισημαίνει χαρακτηριστικά και ο Max Horkheimer και ο (από τους επιφανέστερους απολογητές της εποχής) A. Mathiez…
Η καταγωγή αυτή της απολυτοποίησης του Λόγου είναι βεβαίως ο σκοτεινός Δυτικός Μεσαίωνας, όπου είχαμε τον σχολαστικισμό να αναπτύσσεται και να καταξιώνεται θεσμικά, εν αντιθέσει με την Ορθόδοξη Ανατολή, όπου καταξιώνεται ο Ησυχαστής, και «εμπειριστής», άρα, Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης, στις σχετικές «έριδες»[3]… Ο σχολαστικισμός, όπως αναλύει και ο καθηγητής π. Ι. Ρωμανίδης στο «προπατορικόν αμάρτημα» και αλλαχού, είχε ως βάση του[4] την κτίση της ανθρώπινης ψυχής κατ’ εικόνα του Θεού (analogia entis), ώστε να είναι τριμερής, και να δύναται να γνωρίση, ως το ύψιστο αντικείμενο γνώσεως, την Ουσία του Θεού δια της διανόησης, του Λόγου. Το βασικόν είναι, λοιπόν, ότι βάσει της Παπικής Θεολογίας, που ιδιαίτερα ανέπτυξε ο Θωμάς Ακινάτος/Ακινάτης (πατήρ του σχολαστικισμού) στην «Summa Theologica» και αλλού, ο Θεός είναι αντικείμενο «υπερφυσικής γνώσης» δια του φιλοσοφικού στοχασμού (!). Απεναντίας, στην καθ’ ημάς Ανατολή αναγνωρίζεται και καταδείχνεται ένα επιπλέον όργανο γνώσης, εν προκειμένω της «υπεραισθητής και υπερνοητής γνώσης», το κέντρο της υπάρξεως, που ονομάζεται εκάστοτε καρδία ή νους ή πνεύμα.
ΙΙ. Της «Δύσεως» (το δίπολο)
Συνέχεια →
Filed under: Ανορθολογισμός,Διάλογοι-αντίλογοι,Διαπολιτισμικά,Ελεύθερο βήμα,Θ. Αντόρνο,Ι. Καλβίνος,Κ. Μάρξ,Καλβινισμός,Μ. Ροβεσπιέρος,Ντοστογιέφσκι Φ.,Νίτσε,Νικ. Βελιμίροβιτς Άγ.,Νικ. Μπερδιάγιεφ,Ορθολογισμός,Φ. Ένγκελς,Φιλαλήθης,Φιλοσοφία | 31 Σχόλια »